Στό γενικευμένο ἀντίθεο καί ἀντίχριστο πνεῦμα τῆς Νέας Ἐποχῆς, μέσα στό ὁποῖο ζοῦμε καί ἀλλοιωνόμαστε κάθε μέρα καί περισσότερο, ὅλα τά χαρίσματα πού ὁ Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο μέ τό κατ’ εἰκόνα παραποιοῦνται καί ἀντιστρέφονται. Κατά ἀνάλογο τρόπο, ἀντιστρέφεται καί ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου, τό καθ’ ὁμοίωση δηλαδή, πού εἶναι ἡ θέωση.
Ὁ σημερινός νέος τύπος ἀνθρώπου δέν ἔχασε ἁπλῶς τόν προορισμό του, ἀλλά τόν ἄλλαξε οἰκειοθελῶς, τόν μετέτρεψε, τόν ἀντικατέστησε μέ ἄλλον. Ὁ ἄνθρωπος τῆς Νέας Ἐποχῆς ἀποκόπτεται ἐνεργά καί συστηματικά καί ἀυτονομεῖται συνειδητά ἀπό τόν Θεό, προβάλλοντας τό ἀτομικό εἴδωλο τῆς αὐτοθεΐας του.
Ἀρνεῖται μέ δική του ἐπιλογή τόν προορισμό πού τοῦ ἔδωσε ὁ Δημιουργός Του. Δέν ἐπιθυμεῖ νά γίνει «θεός κατά χάριν», ἀλλά ὑποκύπτει στήν φιλοδοξία τῆς αὐτονομημένης ἰσοθεΐας, ὅτι μπορεῖ, δηλαδή, νά γίνει θεός «δίχα Θεοῦ καί πρό Θεοῦ καί οὐ κατά Θεόν».[3] Ἡ ἄρνηση ἀπό τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεανδρικοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ (τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος) εἶναι ἡ «νέα πτώση», ἡ πτώση τοῦ «νέου τύπου ἀνθρώπου». Εἶναι ὁ ὑποβιβασμός ἀπό τήν θεανθρωπότητα στήν ἀνθρωποθεότητα.
Μέ τόν ἑκούσιο αὐτό ὑποβιβασμό του, στήν πραγματικότητα ὁ ἄνθρωπος ἀποκηρύσσει καί ἀπενεργοποιεῖ οἰκειοθελῶς τά ἰδιαίτερα χαρίσματα καί τά προνόμια, μέ τά ὁποῖα τόν προίκισε ὁ Θεός.
Τό αὐτεξούσιο (κύριο γνώρισμα τοῦ κατ’ εἰκόνα), ἡ θεόσδοτη, δηλαδή, ἐλευθερία, ἀπεμπολεῖται ἀπό τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, πού ἀδυνατεῖ νά σηκώσει τό «βάρος» αὐτῆς τῆς ἐλευθερίας του. Παραιτεῖται ἀπό τόν ἀγώνα, τήν ἐπιμονή καί τίς θυσίες γιά νά τήν διατηρήσει, νά τήν διεκδικήσει καί νά τήν ἐπανακτήσει. Προτιμᾶ τόν εὔκολο δρόμο τῆς καθοδηγήσεως, τῆς προκαθορισμένης πορείας, τῶν προκατασκευασμένων ὁραμάτων, τῶν προαποφασισμένων ἐπιλογῶν καί τῆς ποδηγετήσεως ἀπό τά παγκόσμια κέντρα ἐξουσίας καί ἐλέγχου.
Θυσιάζει τήν ἐλευθερία του καί τήν ἰδιοπροσωπία του στόν βωμό τῆς ἀσφάλειας, τῆς ἀνέσεως, τῆς εὐημερίας, τῆς ποιότητος ζωῆς, τῆς ἀναπτύξεως, τῆς ἐκρηκτικῆς προόδου τῆς ἐπιστήμης, τῆς τεχνολογίας καί τῆς πλησμονῆς τῶν ποικίλων ἀγαθῶν πού ἀπολαμβάνει. Τό εἶχε, ἄλλωστε, διατυπώσει τόσο εὔστοχα καί προφητικά, πολύ πρίν, ὁ μεγάλος Ρῶσος ὀρθόδοξος συγγραφέας Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ στόν ἀπαράμιλλο μῦθο του, τόν μῦθο τοῦ Μεγάλου Ἱεροεξεταστῆ: «Καμμιά ἐπιστήμη δέν θά τούς δώσει ψωμί ὅσο θά μένουν ἐλεύθεροι, μά στό τέλος θάρθουν νά καταθέσουν τήν ἐλευθερία τους στά πόδια μας καί θά μᾶς ποῦν: “Κάντε μας σκλάβους, μά χορτᾶστε μας”[4]».
Ἡ κυριαρχική ἐξουσία ἐπί τοῦ κτιστοῦ κόσμου, πού δώρησε ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο ὁρίζοντάς τον βασιλέα, διαχειριστή καί φύλακα τοῦ παραδείσου, διαστρέφεται σέ ἐγκληματική ἐπέμβαση καί ἐκμετάλλευση τῆς φύσεως –στό ὄνομα τῆς ἀναπτύξεως καί τῆς προόδου– μέ ὀλέθριες καί μή ἀναστρέψιμες συνέπειες γιά τό περιβάλλον, ἀλλά καί γιά τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο, πού ἀπό προστάτης γίνεται δυνάστης καί καταστροφέας τῆς φυσικῆς δημιουργίας.
Ἡ δημιουργική καί γνωστική ἱκανότητα, πού ὁ Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο μέ τό κατ’ εἰκόνα, παραποιεῖται, ἐπίσης, καί διαστρέφεται.
Ὁ νέος ἄνθρωπος, μετά τήν ἀλλοτρίωση πού ἐπέφερε στήν φύση, μέ τήν πληθώρα πλέον τῶν μεταλλαγμένων προϊόντων πού μᾶς κατακλύζουν, ἐπιθυμεῖ καί ἐπιχειρεῖ πλέον, νά ἐπέμβει γενετικά (ἤ ἐπιγενετικά) καί στόν ἴδιο τόν ἀνθρώπινο ὀργανισμό, -κύτταρα, DNA- προκαλώντας «τεχνητή ἐξέλιξη», τόν «ἐπανασχεδιασμό τῆς ἀνθρώπινης κατάστασης», νά «ἀναβαθμίσει» τό ἀνθρώπινο εἶδος μέσω βιοτεχνολογικῶν ἐνισχύσεων καί ἐπαυξήσεων (σέ συνδυασμό μέ τήν ἐξωτερική Τεχνητή Νοημοσύνη), καθώς κρίνει ἀτελή ἤ ἀνεπαρκή τήν φυσική του κατάσταση καί ἐξέλιξη, αὐτή πού τοῦ χάρισε ὁ Δημιουργός του. (Δηλώνουν ὅτι θά χρειαστεῖ νά ἀλλάξουμε τήν Βιοχημεία μας καί νά ξανασχεδιάσουμε τό σῶμα καί τόν νοῦ μας!).
Νέες ἐπιστῆμες, ὅπως ἡ βιοτεχνολογία, ἡ νανοτεχνολογία, ἡ νευροθεολογία, ἡ κυβερνητική, ἡ γενετική μηχανική, ἡ νέα εὐγονική καί πολλές ἄλλες, ἀγωνίζονται καθημερινά γιά τήν ἐπίτευξη αὐτῆς τῆς νέας πραγματικότητας, «τήν ὑπέρβαση τοῦ ἀνθρώπινου εἴδους ἀπό τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο[5]». Εἶναι ἡ ἀντιστροφή τῆς δημιουργικῆς καί γνωστικῆς ἱκανότητος πού χάρισε ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο, ὁ Ὁποῖος «ἔδωκεν ἐπιστήμη τοῖς ἀνθρώποις ἐνδοξάζεσθαι ἐν τοῖς θαυμασίοις αὐτοῦ[6]». Μέ τήν Νέα Ἐπιστήμη ὁ ἄνθρωπος σφετερίζεται τήν Γνώση, τήν Σοφία καί τήν Δόξα τοῦ Θεοῦ καί αὐτοανακηρύσσεται σέ δημιουργό στήν θέση τοῦ Δημιουργοῦ του. Ἡ ἐμπειρία τῆς Χάριτος, ἡ σύνεση, ἡ σοφία καί ἡ διάκριση, πού χαρίζει τό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀντικαθίστανται ἀπό τήν πεπερασμένη ἀνθρώπινη σκέψη (σέ συνδυασμό μέ φιλοσοφικοθρησκευτικά συστήματα ἀνατολίτικης προέλευσης πού συσκοτίζουν τόν ἀνθρώπινο νοῦ) καί ξεκινᾶ ὁ κατήφορός του σέ διαλογισμό, καθοδηγούμενο ὁραματισμό, σέ ἐλεγχόμενη-κατευθυνόμενη σκέψη, γνωστικές ἐγκεφαλικές παρεμβάσεις ἤ σέ ὅ,τι ἄλλο διεστραμμένο καί ἀπαξιωτικό «ἀνακαλύπτεται» ἤ «ἐφευρίσκεται» στίς μέρες μας καί ὁδηγεῖ στόν ἀπανθρωπισμό τοῦ ἀνθρώπου!
Στίς μέρες μας γίνεται συνεχῶς λόγος γιά τό (ἀστρολογικῆς προέλευσης) «πέρασμα» ἀπό τήν Παλαιά Ἐποχή τῶν Ἰχθύων (τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή) στήν Νέα Ἐποχή τοῦ Ὑδροχόου (πού ἀναμένει τόν «Ὑδροχοϊκό Χριστό»), στήν Ἐποχή τοῦ Νέου Ἀνθρώπου, πού θά ἔχει ἀφυπνίσει τήν θεϊκότητά του μέσω διαφόρων τεχνικῶν.
Πρόκειται οὐσιαστικά γιά τήν μετάβαση ἀπό τόν Θεάνθρωπο στόν Ἀνθρωπόθεο! Τήν μετάβαση αὐτή τήν πιστοποιεῖ ἡ συνεχῶς διαφημιζόμενη «ἀνύψωση τῆς Ἀνθρωπότητας» (σύμφωνα μέ τούς Νεοεποχίτες) πρός «νέες ἤ βελτιωμένες μορφές ὕπαρξης»: ἀπό τόν Ἄνθρωπο, στόν Μετάνθρωπο. Ἀπό τόν homo sapiens (νοήμων ἄνθρωπος) στόν homo deus (ἄνθρωπος θεός).
Βιώνοντας αὐτή τήν σύγχρονη τραγική καί ὀδυνηρή πραγματικότητα, εἶναι κατεπείγουσα ἀνάγκη νά ξαναβροῦμε τόν χαμένο ἑαυτό μας, τήν ἀθάνατη ψυχή μας· νά ξαναβροῦμε τόν Χριστό· νά ἐπαναπροσδιορίσουμε τίς προτεραιότητες καί τόν σκοπό τῆς ζωῆς μας. Νά ξαναθυμηθοῦμε ὅτι ἡ κλήση καί ὁ στόχος μας εἶναι ὁ Οὐρανός καί ἡ συμβασιλεία μέ τόν Χριστό στήν ἀτελεύτητη αἰωνιότητα. Κι αὐτό θά γίνει μέσα ἀπό τήν τακτική μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τήν γνώση τῆς ἁγιοπνευματικῆς ἐμπειρίας τῶν Ἁγίων (πού ἔχουν ἀποθησαυρίσει στά συγγράμματά τους) καί τήν ἐφαρμογή της στήν καθημερινότητά μας καί -κυρίως- μέσα ἀπό τήν ἔμπρακτη, εἰλικρινή καί ὑπαρξιακή τήρηση ὅλων τῶν ἐντολῶν.
via