Μετά την Ευρώπη, όλο το χειμώνα οι μέρες με διαπερνούσαν σα να ‘μουν νεκρή, η καφετιά θάλασσα διαχέεται στις πόλεις τη νύχτα, βροχή-μυρωδιά ψαριού και όταν ρωτήσεις την ιστορία μου, πώς βρεθήκαμε στους δρόμους στο λιμάνι, γδαρμένοι και γεμάτοι φλύκταινες, φορώντας κουρέλια, θυμάμαι μόνο το τελευταίο καυτό φως στην αποβάθρα Πώς να σε κάνω να φανταστείς τις πλατείες και τους δρόμους μας, τα τζάμια σαν καταρράχτες, τα φύλλα χρυσού στην όπερα, υπήρχαν πουλιά, χρυσά σα χόρτα μυρωδιά καφέ και χαλβά ν’ ανυψώνεται από μαρμάρινα τραπέζια, και τα σκοτεινά απογεύματα τα τραμ να τρίβονται σε υγρές ράγες κοντά σε σοβατισμένα παλάτια φλυαρίες για μια αυτοκρατορία τώρα εξαφανισμένη, δεν μπορούμε ποτέ να πάμε σπίτι Διδώ, μόνο φαντάσματα μένουν να ξέρουν πως υπάρχουμε. via
Ο καλός πρόσφυγας και ο κακός μετανάστης
«Ο μετανάστης στο παρελθόν έφερνε ουδέτερους συνειρμούς» εξηγεί στο BBC ο Αλεξάντερ Μπετς, διευθυντής του Κέντρου Προσφυγικών Μελετών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. «Δεν λέει όμως τίποτα για το αν δικαιούται κάποιος να διασχίσει ένα σύνορο ή για το αν θα έπρεπε να δικαιούται. Πολλοί πιστεύουν ότι ο όρος ανέπτυξε πρόσφατα αρνητικούς συνειρμούς. Το μεταχειρίζονται εννοώντας «όχι πρόσφυγας»».
Πρόσφυγας είναι, σύμφωνα με τη Σύμβαση του 1951, «όποιος λόγω ενός βάσιμου φόβου ότι θα καταδιωχθεί για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, συμμετοχής σε κάποια κοινωνική ομάδα ή λόγω πολιτικών πεποιθήσεων βρίσκεται εκτός της χώρας του».
«Ο όρος «πρόσφυγας» υπονοεί ότι έχουμε υποχρέωση προς αυτόν τον άνθρωπο, ότι πρέπει να τον δεχθούμε στη χώρα μας και να του δώσουμε την ευκαιρία να αιτηθεί άσυλο» συνεχίζει ο Μπετς.
Τυπικά κάποιος φέρει την ταμπέλα του «πρόσφυγα» μόνο αφού ολοκληρώσει επιτυχώς τη διαδικασία αίτησης ασύλου. Τυπικά, μόνο το κράτος-μέλος της ΕΕ που εξετάζει την αίτησή του μπορεί να αποφανθεί στο τέλος αν ο αιτών είναι «πρόσφυγας» ή «οικονομικός μετανάστης».
«Αιτών άσυλο» είναι κάποιος που έχει καταθέσει αίτηση για να αναγνωριστεί ως πρόσφυγας και αναμένει την απάντηση.
Ο πιο αμφιλεγόμενος είναι ο όρος «λαθρομετανάστης». Ο Ντον Φλιν, διευθυντής του Κέντρου Δικαιωμάτων των Μεταναστών στη Βρετανία, τον θεωρεί επικίνδυνο. «Είναι προτιμότερο να λέμε «παράτυπος μετανάστης» ή «μετανάστης χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα» γιατί τα επίθετα «λαθραίος» ή «παράνομος» συνδέουν κάποιον με εγκληματική συμπεριφορά».
Ο ΟΗΕ και το Ευρωκοινοβούλιο έχουν ζητήσει να πάψουμε να χρησιμοποιούμε τους όρους «λαθρομετανάστης» και «παράνομος μετανάστης». Το 2013 το ειδησεογραφικό πρακτορείο Associated Press και η εφημερίδα «Los Angeles Times» ζήτησαν από τους συντάκτες τους να πάψουν να τους χρησιμοποιούν για να περιγράψουν κάποιον χωρίς έγκυρη βίζα.
Σημειωτέον ότι οι Αγγλοσάξονες χρησιμοποιούν τον όρο «expat» (εκπατρισμένος) για τους ίδιους όταν μεταναστεύουν στο εξωτερικό αλλά αποκαλούν μετανάστες όλους τους υπόλοιπους.
Μερικοί διαφωνούν ότι το «μετανάστης» είναι υποτιμητικό. Η Τζούντιθ Βόνμπεργκ, από το Δίκτυο Δικαιωμάτων των Μεταναστών, θεωρεί ότι, αν πάψουμε να τον χρησιμοποιούμε, «θα ενισχύσουμε το χάσμα ανάμεσα στον καλό πρόσφυγα και στον κακό μετανάστη».
Ο όρος «εξόριστος» φέρνει θετικούς συνειρμούς αλλά έπεσε στην αχρηστία μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Περιγράφει κάποιον που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα του αλλά σκοπεύει κάποτε να επιστρέψει. «Πιστεύω πως σήμερα πολλοί Σύροι εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία» λέει ο Μπετς.