Πίστη και επιστήμη: αλληλοαποκλειόμενα ή αλληλοσυμπληρούμενα;
Η πίστη και η επιστήμη είναι δυο μεγάλα και σημαντικά πνευματικά μεγέθη, τα οποία συνθέτουν την ουσία του πολιτισμού.
Θρησκεία και επιστήμη, πίστη και γνώση, είναι δυο βασικές και ουσιαστικές εκφάνσεις του ανθρώπινου πνεύματος, που κινούνται σε διαφορετικά επίπεδα, παράλληλα ή τεμνόμενα, αλλ' όχι ταυτιζόμενα.
Το σπουδαίο αυτό θέμα θα εξετάσουμε σήμερα, για να δείξουμε ότι η πίστη και η επιστήμη είναι έννοιες αλληλοσυμπληρούμενες και απαραίτητες για κάθε άνθρωπο.
α) Έννοια και περιεχόμενο της χριστιανικής πίστης
Αρχικά λέγοντας πίστη εννοούμε την εμπιστοσύνη σε κάποιον και τη βεβαιότητα για κάτι, οι οποίες στηρίζονται σε αξιόπιστες μαρτυρίες.
Αυτή η έννοια της πίστης διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο σε όλες τις δραστηριότητες και τις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων. Σε δεύτερο επίπεδο η πίστη παρατηρείται σε όλες τις θρησκείες και αποτελεί το συνδετικό κρίκο του πιστού με το Θεό.
Η θρησκευτική πίστη είναι βασικό στοιχείο της πνευματικής ζωής και του πολιτισμού των λαών.
Σε ένα άλλο επίπεδο τοποθετείται η χριστιανική πίστη, η οποία εννοιολογικά και ουσιαστικά υπερβαίνει τα δύο προηγούμενα. Κι αυτό γιατί προϋποθέτει δύο πρόσωπα εκείνο του πιστού χριστιανού, ο οποίος νοείται ως «εικόνα» του Θεού και εκείνο «του Θεού του ζώντος» (Ματθ. 16, 16).
Καταρχήν, η χριστιανική πίστη δεν είναι θεωρητική γνώση ή πεποίθηση για κάποια αφηρημένη θρησκευτική αλήθεια.
Είναι απόλυτη και χωρίς δισταγμούς βεβαιότητα για τις αλήθειες που διδάσκει η Εκκλησία. Κατά τον Απ. Παύλο είναι η ακλόνητη πεποίθηση για την πραγματική και βέβαιη ύπαρξη αγαθών που ελπίζουμε να αποκτήσουμε κάποτε και η βεβαιότητα γι' αυτά που δε βλέπουμε.
Τελικά η χριστιανική πίστη είναι μια προσωπική συνάντηση και σχέση πιστού και Θεού• μια σχέση ανεπιφύλακτης εμπιστοσύνης όμοια με τη σχέση παιδιού και γονιού.
Η συνάντηση αυτή άλλοτε πραγματοποιείται αιφνίδια (π.χ. Απ. Παύλος) και άλλοτε βαθμιαία (π.χ. άγιος Αυγουστίνος).
Το περιεχόμενο της χριστιανικής πίστης είναι τα «δόγματα», δηλαδή οι υπέρ λόγον αλήθειες, που πηγάζουν από την Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση.
Οι αλήθειες αυτές περιέχονται συνοπτικά στο Σύμβολο της Πίστεως και τις αναλύσαμε στα πρώτα μαθήματά μας.
Αναφέρονται στον τριαδικό Θεό, στο Θεάνθρωπο Χριστό, στη δημιουργία του κόσμου και του ανθρώπου με κύριο σκοπό τη σωτηρία του από τις συνέπειες του προπατορικού αμαρτήματος και στην έσχατη πραγματικότητα την ανάσταση των νεκρών και τη μέλλουσα Βασιλεία του Θεού.
β) Έννοια, μέθοδος και σκοπός της επιστήμης
Επιστήμη ονομάζεται η συστηματική και ενδελεχής μελέτη και έρευνα φαινομένων, γεγονότων και αντικειμένων που σχετίζονται με τον φυσικό κόσμο και με τον άνθρωπο ως ψυχοβιολογική οντότητα. Βασικό κίνητρο της επιστήμης είναι η έμφυτη επιθυμία του ανθρώπου για τη γνώση της αλήθειας.
Η γνώση ως δυνατότητα και δύναμη πνευματικής υφής είναι ιδιαίτερο προνόμιο του ανθρώπου.
Οι καθιερωμένες μέθοδοι της είναι η παρατήρηση, το πείραμα και ο μαθηματικός λογισμός. Επιμέρους σκοποί της επιστήμης είναι:
• η επισήμανση των νόμων που διέπουν τη λειτουργία και τη σκοπιμότητα του μικρόκοσμου και του μακρόκοσμου
• η γνώση των μηχανισμών που ρυθμίζουν τις ποικίλες εκφάνσεις της ζωής στον κόσμο
• η ανακάλυψη μέσων και τρόπων αντιμετώπισης του φυσικού κακού, των ασθενειών, του πόνου.
• Στα πλαίσια του πολυδιάστατου σκοπού της επιστήμης είναι δυνατόν να ενταχθεί και η επιδίωξη της αποκατάστασης της ψυχικής ισορροπίας και υγείας ορισμένων ανθρώπων που για διάφορους λόγους την έχασαν.
Ανάλογα με το αντικείμενο έρευνας οι επιστήμες διακρίνονται σε φυσικές ή θετικές και θεωρητικές ή ανθρωπιστικές.
Η αλματώδης πρόοδος της επιστήμης τα τελευταία χρόνια έχει ως συνέπεια την εξειδίκευση σε πολλούς επιμέρους κλάδους.
Τα θαυμαστά επιτεύγματα της σύγχρονης τεχνολογίας και ιδιαίτερα στους τομείς της πληροφορικής, της γενετικής και της βιοϊατρικής έχουν συμβάλει αποφασιστικά στην επίλυση σημαντικών προβλημάτων.
Παράλληλα όμως, δημιουργούν άλλα ερωτήματα ηθικής τάξης κυρίως, σχετιζόμενα με τον τρόπο και το σκοπό της χρησιμοποίησής τους.
γ) Σχέσεις πίστης και επιστήμης
Καταρχήν πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν υπάρχει θέμα αντίθεσης ή σύγκρουσης μεταξύ τους.
Πίστη και επιστήμη είναι δυο μεγάλα πνευματικά μεγέθη αλληλοσυμπληρούμενα και όχι αλληλοαποκλειόμενα.
Είναι δυο εκδηλώσεις του ανθρώπινου πνεύματος που κινούνται σε διαφορετικά επίπεδα.
Επιστήμη και θρησκεία έχουν αυτόνομες περιοχές ενδιαφερόντων και έρευνας• ανταποκρίνονται σε διαφορετικές αξιολογικές ροπές και ανάγκες της ενιαίας ανθρώπινης ύπαρξης.
Η επιστήμη ερευνά τα μυστήρια της δημιουργίας, ασχολείται με το επιστητό, ενώ η θρησκεία ασχολείται με το μυστήριο του Δημιουργού, το υπεραισθητό.
Είναι δύο κύκλοι εφαπτόμενοι ή και τεμνόμενοι, αλλ' όχι ταυτιζόμενοι ή συγκρουόμενοι.
Επομένως, η σχέση πίστης και επιστήμης δεν μπορεί να είναι αντιθετική ή εχθρική, αλλά διαλεκτική.
Κι αυτό γιατί έχουν κοινή αφετηρία την πνευματική υπόσταση του ανθρώπου και ουσιαστικά στοχεύουν στην κατάκτηση της αλήθειας και την εξασφάλιση της ευτυχίας του.
Κρίνονται όμως, μαζί ή χωριστά, από το κατά πόσον οδηγούν τον άνθρωπο στον εξανθρωπισμό του ή στον απανθρωπισμό του.
Όταν η καθεμιά περιορίζεται στο χώρο της αρμοδιότητάς της, δεν υπάρχει θέμα σύγκρουσης ή αντίθεσης.
Αν παλαιότερα παρουσιάστηκαν κάποιες περιπτώσεις αντιπαράθεσης, αυτό οφείλεται σε ιδεολογικές προκαταλήψεις ορισμένων επιστημόνων, οι οποίοι υπερέβησαν τα όρια της επιστήμης και ασχολήθηκαν με υπερφυσικά ζητήματα.
Άλλοι πάλι στην περίοδο του Διαφωτισμού θεοποίησαν το λογικό, ενώ άλλοι απέρριψαν εκ των προτέρων ό,τι σχετίζεται με θέματα μεταφυσικής.
Πιθανόν επίσης κάποιοι χριστιανοί να αντιμετώπισαν με δυσπιστία και καχυποψία τις επιστημονικές θεωρίες και ανακαλύψεις, νομίζοντας ότι κινδυνεύει η πίστη τους.
Με όλα τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι η πίστη και η επιστήμη δε συγκρούονται, γιατί:
1. Η επιστήμη ερευνά τον αισθητό, το φυσικό κόσμο, ενώ η θρησκεία «περιγράφει» τον υπεραισθητό, τον υπερφυσικό κόσμο.
2. Η επιστήμη ερευνά το πώς έγινε ο κόσμος καθώς και τους φυσικούς νόμους που ρυθμίζουν τη λειτουργία του, ενώ η θρησκεία ασχολείται με το ποιος και γιατί δημιούργησε τον κόσμο.
Εφόσον απαντούν σε διαφορετικά ερωτήματα, επόμενο είναι ότι δε δικαιολογείται αντίθεση ή σύγκρουση, αλλά μάλλον συνεργασία.
3. Η επιστήμη χρησιμοποιεί αποκλειστικά τους νόμους της λογικής, την παρατήρηση και το πείραμα.
Στη ζωή και τις αναζητήσεις της πίστης συμμετέχουν, μαζί με τη νόηση και τη λογική, και οι άλλες δυνάμεις του ανθρώπου:
η φαντασία,
η βούληση και
το συναίσθημα.
Σπουδαία θέση έχουν σ' αυτή οι εμπειρίες και τα βιώματα.
4. Η επιστήμη βοηθεί τον άνθρωπο στην υλική πρόοδο (τεχνολογικός πολιτισμός), ενώ η θρησκεία τον βοηθεί στην ψυχική του καλλιέργεια (πνευματικός πολιτισμός).
5. Ο χριστιανός δεν υποτιμά, αλλ' ούτε και υπερτιμά την ανθρώπινη γνώση.
Δεν αρνείται την επιστήμη, αλλά και δεν αρκείται μόνο σ' αυτήν.
6. Για την κατάκτηση της γνώσης και της αλήθειας ο άνθρωπος δε διαθέτει μόνο τις αισθήσεις και το λογικό, αλλά και άμεσες πνευματικές εμπειρίες, προσωπικά βιώματα, ενόραση κ.ά.
Πολλοί επιστήμονες διεθνούς κύρους υπήρξαν και πιστοί χριστιανοί.
7. Η σωστή σχέση πίστης και γνώσης εκφράζεται με την επιγραμματική θέση:
«γινώσκουσα πίστη και πιστεύουσα γνώση».
8. Η συνεργασία τους είναι αναγκαία και απαραίτητη για την αληθινή πρόοδο και ευδαιμονία του ανθρώπου.
Επιστήμονες και πιστοί τελικά συναντώνται έκθαμβοι στα βάθη του μικρόκοσμου και στην απεραντοσύνη του μακρόκοσμου, για να θαυμάσουν και να υμνήσουν τη δύναμη και τη σοφία του δημιουργού τους.