ΛΕΜΕ πως η συνήθεια είναι δεύτερη φύση του ανθρώπου: “έξις, δευτέρα φύσις”, κατά τους αρχαίους. Η φράση αυτή δηλώνει το πόσο βαθιά είναι ριζωμένες μερικές ατομικές ή συλλογικές συμπεριφορές. Συνήθειες που αποκτιούνται με την επανάληψη μιας πράξης, η οποία συνιστά την «ἕξιν» (από το ρ. έχω), δηλαδή το διά βίου “απόκτημα”. Κάθε «ἕξις» προκύπτει από εθισμό, οπότε δεν είναι έμφυτη.
ΥΠΑΡΧΟΥΝ κακές -και μοιραίες- συνήθειες: όπως η χαρτοπαιξία, το ποτό, το κάπνισμα, η απιστία, ο αυνανισμός, η αφηρημάδα, η αθυροστομία κ.λπ., αλλά και καλές, όπως η αλληλεγγύη, η συντροφικότητα, η φιλαναγνωσία, η χιουμοριστική διάθεση, η αισιοδοξία, η συμπαράσταση στους άλλους…
Η συνήθεια δεν είναι φύση, είναι γαλούχηση. Τη μαθαίνετε μέσω μίμησης. Βλέποντας ανθρώπους να κάνουν πράγματα, αρχίζετε να τα κάνετε κι εσείς. Βλέποντας τι κάνει τους ανθρώπους επιτυχημένους, τους ακολουθείτε. Δεν έρχεται από τη φύση σας, έρχεται από το περιβάλλον σας. Ναι, μπορεί να ριζώσει τόσο βαθιά ώστε σε κάθε γλώσσα υπάρχει μια έκφραση που λέει ότι η συνήθεια είναι «δεύτερη φύση». Ριζώνει τόσο βαθιά ώστε δεν μπορείτε να ξεχωρίσετε καν αν είναι συνήθεια ή φύση.
Όμως η συνήθεια δεν είναι ποτέ φύση. Δεν τη φέρατε μαζί σας, και όποτε θέλετε να την εγκαταλείψετε, μπορείτε να την εγκαταλείψετε. Όποια μέρα θέλετε να την αλλάξετε μπορείτε να την αλλάξετε. Η φύση δεν μπορεί να αλλάξει.
Η συνήθεια είναι αποτέλεσμα της γαλούχησης- τη μαθαίνετε από άλλους.
Για παράδειγμα, όταν ήμουν μαθητής και ήθελα μια υποτροφία για τις μεταπτυχιακές μου σπουδές, ο καθηγητής μου ήταν απολύτως σίγουρος: είχα όλα τα προσόντα. Υπήρχε μόνο ένα μεγάλο μειονέκτημα — ότι ίσως να ερχόμουν σε διαφωνία με τον αντιπρύτανη για κάτι. Έτσι ο καθηγητής μου, επικεφαλής του τμήματος φιλοσοφίας, ήρθε μαζί μου για να με εμποδίσει να τσακωθώ. Στον δρόμο μού έλεγε, «Άκου, τα πάντα εξαρτώνται από εκείνον. Είναι μια ειδική υποτροφία* προέρχεται από το ειδικό κονδύλιο του αντιπρύτανη. Οι άλλες υποτροφίες είναι πολύ μικρές* αυτή είναι η μεγαλύτερη υποτροφία και τη χρειάζεσαι».
Ήξερε ότι με τα λιγοστά χρήματα που έπαιρνα από το σπίτι μου, αγόραζα βιβλία. Δεν με ένοιαζε ακόμη κι αν ήμουν αναγκασμένος να πεινάσω, αλλά δεν μπορούσα να αντισταθώ… αν έβλεπα ένα καινούργιο βιβλίο στον πάγκο του πανεπιστημίου, έπρεπε να το αγοράσω. Ο επικεφαλής του τμήματός μου με στήριζε όσο μπορούσε. Καθώς με ήξερε -ότι μπορεί να πεινούσα, και ωστόσο θα αγόραζα το βιβλίο- είχε κανονίσει με τον υπεύθυνο του κυλικείου: «Θα πληρώνω εγώ τους λογαριασμούς του για φαγητό και ό,τι άλλο χρειάζεται, γι’ αυτό μην τον ρωτάς». Ήθελε να πάρω τη μεγαλύτερη υποτροφία, έτσι ώστε να μπορώ να αγοράζω όσα βιβλία ήθελα.
Προσπαθούσε να με πείσει σε όλη τη διαδρομή προς το γραφείο του αντιπρύτανη: «Απλά να θυμάσαι ένα πράγμα, έχεις ένα μειονέκτημα. Μην έρθεις σε σύγκρουση με εκείνον τον γέρο- διαφορετικά όλα σου τα προσόντα δεν θα σε βοηθήσουν. Είναι στο χέρι του». Παρέμεινα σιωπηλός, επιφυλακτικός, και μου είπε, «Γιατί είσαι σιωπηλός; – επειδή φοβάμαι…»
Είπα, «Δεν μπορώ να δεσμευτώ και δεν μπορώ να υποσχεθώ. Αν με προκαλέσει, τότε δεν με νοιάζει η υποτροφία. Δεν θα χάσω την ευκαιρία για μια καλή συνάντηση».
Είπε, «Είσαι τρελός, αλλά θα κάθομαι δίπλα σου, και αν ξεκινήσεις κάποιον καβγά, θα αρχίσω να σου τραβάω το πουκάμισο. Για να σου θυμίσω αυτό που ξεχνάς».
Είπα, «Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, όμως δεν σου υπόσχομαι τίποτε».
Είπε, «Είσαι πεισματάρης».
Αλλά καθώς μπήκα στο γραφείο, με προκάλεσε αμέσως.
Είπε, «Γιατί μεγαλώνεις τα γένια σου;»
Ο επικεφαλής του τμήματός μου με κοίταξε και σκέφτηκε, «Τέλος! Εκείνη η υποτροφία χάθηκε!» επειδή είπα στον αντίπρύτανη, «Η ερώτηση που κάνετε είναι παράλογη. Τα γένια μεγαλώνουν μόνα τους. Δεν τα μεγαλώνω εγώ, δεν τραβάω τις τρίχες».
Είπε, «Σωστά· όμως μπορείς να ξυριστείς».
Είπα, «Αυτό δημιουργεί το ερώτημα: θα μπορούσα να σας ρωτήσω γιατί ξυρίζετε τα γένια σας, τα οποία σας έχει δώσει η φύση. Δεν μπορείτε να μου κάνετε την ίδια ερώτηση επειδή δεν τα μεγαλώνω εγώ, όπως ακριβώς δεν μεγαλώνω τη μύτη μου. Και τι μπορώ να πω αν με ρωτήσει κάποιος, Γιατί δεν κόβεις τη μύτη σου; Γιατί ξυρίζεστε δύο φορές την ημέρα;»
Ήταν ένας ηλικιωμένος καθηγητής ιστορίας από την Οξφόρδη – ήταν καθηγητής στην Οξφόρδη, και όταν πήρε σύνταξη από εκεί διορίστηκε εδώ ως αντιπρύτανης.
Είπε, «Κάνεις μια ερώτηση την οποία δεν έχω σκεφτεί. Και από ό,τι φαίνεται έχεις δίκιο… γιατί άρχισα να ξυρίζω τα γένια μου; Το μόνο που μπορώ να σκεφτώ είναι ότι άρχισα να ξυρίζομαι επειδή ξυρίζονταν όλοι οι άλλοι».
Είπα, «Είναι απλά μια συνήθεια. Και ζείτε σε μια συνήθεια στα τυφλά – δεν ξέρετε ούτε καν γιατί ξυρίζετε τα ίδια σας τα γένια δύο φορές την ημέρα, χάνοντας τον χρόνο σας. Και η μίμηση των άλλων δεν δείχνει πολλή νοημοσύνη- θα έπρεπε να ρωτήσετε γιατί ξυρίζονται. Θα είχατε ανακαλύψει ότι η απάντησή τους είναι η ίδια: μιμούνται άλλους».
Του είπα, «Απλά σκεφτείτε μια πιθανότητα: αν οι γυναίκες αρχίσουν να αφήνουν γένια… πράγμα που είναι δυνατόν. Αν μια γυναίκα κάνει μερικές ενέσεις με ορμόνες που έχει ο άνδρας και η γυναίκα δεν έχει, θα αρχίσει να βγάζει γένια και μουστάκι. Πιστεύετε ότι θα δείχνει όμορφη;»
Είπε. «Θεέ μου! Δεν μπορεί, θα δείχνει απαίσια».
Είπα, «Τι ίδιο ισχύει και για εσάς. Δείχνετε απαίσιος χωρίς γένια, τα οποία αποτελούν ένα φυσιολογικό φαινόμενο».
Όταν είπα, «Δείχνετε απαίσιος», ο καθηγητής μου άρχισε να τραβάει πυρετωδώς το πουκάμισό μου, χτυπώντας το πόδι μου με το δικό του. Του είπα, «Καθηγητά, Σ.Σ. Ρόι, δεν ήρθατε μαζί μου για να μου τραβάτε το πουκάμισο, ή να χτυπάτε το πόδι μου με το δικό σας».
Είπα στον αντιπρύτανη, «Πρέπει να επέμβετε. Διαταράσσει τη συζήτησή μας».
Ακόμη και σήμερα θυμάμαι το πρόσωπο του Καθηγητή Σ.Σ. Ρόι! Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι θα του έκανα τέτοιο πράγμα.
Ο αντιπρύτανης είπε, «Καθηγητά Σ.Σ. Ρόι, αυτό δεν είναι σωστό».
Είπα, «Αυτό του έλεγα στη διαδρομή για εδώ, αλλά θέλει άπληστα να πάρω την υποτροφία, κι έτσι δεν θέλει να διαφωνήσω μαζί σας. Όμως δεν με νοιάζει η υποτροφία- με νοιάζει η αλήθεια, με υποτροφία ή χωρίς».
Ο αντιπρύτανης με κοίταξε και είπε, «Μην ανησυχείς για την υποτροφία σου». Δεν ρώτησε τίποτε για τα προσόντα μου, αν ήμουν κατάλληλος για την υποτροφία ή όχι. Απλά υπέγραψε. Είπε, «Σε λάτρεψα. Κανένας φοιτητής δεν τόλμησε ποτέ να πει μπροστά μου, ‘‘Δείχνεις απαίσιος”. Και δεν μπορούσα να απαντήσω! Ίσως να έχεις δίκιο, επειδή αυτό που κάνω είναι αφύσικο, ενώ αυτό που κάνεις εσύ είναι φυσικό. Θα ήθελα πολύ μια φορά στο τόσο, αν τυχαίνει να περνάς από το γραφείο είσαι πάντοτε ευπρόσδεκτος, μπορείς να έρθεις απλά και μόνο για μια κουβέντα. Απήλαυσα αυτή τη μικρή συζήτηση μαζί σου».
Ο καθηγητής μου ξαφνιάστηκε. Κατά την επιστροφή, ήταν τελείως σιωπηλός. Είπα, «Τι συμβαίνει; Είστε πολύ σιωπηλός».
Είπε, «Αναρωτιέμαι τι είδους άνθρωπος είσαι. Τα κατάφερες τόσο γρήγορα, και του είπες, κατά πρόσωπο, “Δείχνεις απαίσιος”. Και ξέρουμε ότι είναι ένας πολύ οργισμένος άνθρωπος και πολύ εκδικητικός. Και σε κάλεσε: “Όποτε θέλεις…
δεν χρειάζεται να κλείσεις ραντεβού. Μπορείς να μπεις κατευθείαν”. Τι έκανες; Ήταν σχεδόν σαν μαγεία — μέσα σε ένα λεπτό! Και με ρεζίλεψες. Δεν μπορούσα ούτε καν να σηκώσω το βλέμμα μου. Κοιτούσα κάτω… Τι να πω; Τα έκανα εκείνα τα πράγματα- δεν μπορώ να το αρνηθώ».
Οι άνθρωποι δεν σκέφτονται αυτά που κάνουν: τι είδους ρούχα χρησιμοποιούν, το αν είναι άνετα ή όχι- σε τι σπίτια ζουν, είτε είναι καλόγουστα είτε όχι. Απλά μιμούνται τους άλλους.
Μια ζωή μίμησης δεν είναι μια πραγματική ζωή. Δεν είναι ειλικρινής. Θα πρέπει κανείς να ζει φυσικά και στα τέσσερα βήματα, το ένστικτο βγαίνει από το σώμα. Η νοημοσύνη βγαίνει από το μυαλό. Η διαίσθηση βγαίνει από την καρδιά. Και το τέταρτο, η turiya, βγαίνει από την ύπαρξη.
Ζήστε φυσικά και θα είστε φυσικός σαν ένα τριαντάφυλλο· ζήστε μέσα από συνήθειες και θα είστε φτιαγμένος από κάτι πλαστικό, νεκρό, ανούσιο. Μετά θα νιώθετε δυστυχισμένος, και κανένας άλλος δεν είναι υπεύθυνος γι’ αυτό.
ΖΗΣΕ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΣΟΥ ΟΡΟΥΣ
OSHO
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ