Αγάπη πρὸς τοὺς ἐχθρούς
και Κόλαση γι αυτούς;
Είναι πολύ χαρακτηριστικό το γεγονός πως σήμερα, ακόμη και οι πιο ορθόδοξες ομολογίες, προτιμούν να ομιλούν πολύ λίγο για τα αιώνια βάσανα της κόλασης.
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, που ευχαριστιόταν πολύ να κατατρομάζει το ποίμνιο της με την κόλαση, προκειμένου να κρατάει σε υποταγή τις ψυχές, τώρα συμβουλεύει να μη γίνεται πολύ συζήτηση γι' αυτήν.
Αν στο παρελθόν ο φόβος της κόλασης κρατούσε τον κόσμο στην Εκκλησία, τώρα τους εμποδίζει να πάνε.
Το ύψος που έφθασε η ηθική σκέψη, μπορεί να μετρηθεί με τη στάση της στην ιδέα της αιώνιας κόλασης. Ακόμη δε αποτελεί ένα από τα βασικά εμπόδια για την επιστροφή του αποχριστιανισμένου κόσμου στον Χριστιανισμό.
Ο κόσμος προτιμάει να μη διαποτισθεί από θρησκευτικές πίστεις που τον απειλούν με διηνεκή καταδικαστική δουλεία.
Υπάρχει αρκετή κόλαση σ' αυτόν τον κόσμο, για να εξασφαλισθεί η επέκταση της και στον άλλο.
Σήμερα η πλειονότητα των χριστιανών, όπου ο μεσαιωνικός τρόπος σκέψης τους είναι ξένος, προτιμάει να μην ασχολείται μ' αυτά τα θέματα, αλλά θα ήταν καλό να το έκαμε.
Η ιδέα των αιωνίων βασάνων της κόλασης είναι τα φοβερώτερα αποκυήματα μιας τρομοκρατημένης και αρρωστημένης ανθρώπινης φαντασίας.
Είναι αισθητή η παρουσία των δυνάμεων των πρωτογόνων ενστίκτων του σαδισμού και του μαζοχισμού, τα οποία δεν έπαιξαν μικρό ρόλο στη θρησκευτική ζωή.
Ίσως η πιο δυσάρεστη όψη του ζητήματος είναι πως η ιδέα της κόλασης συνδέεται με μιαν έννοια, δικαιοσύνης, που προκύπτει από το ένστικτο της εκδίκησης.
Το βλέπομε τούτο στον ιερό Αυγουστίνο, στον Γρηγόριο, στον Θωμά τον Ακινάτη και στον Καλβίνο, μολονότι, στον τελευταίο, η δικαιοσύνη παίζει πολύ μικρό ρόλο.
Κατ' αυτόν τον τρόπο ο δικαϊκός τρόπος κατανόησης του Χριστιανισμού έφθασε στην εσχάτη διατύπωση του.
Αν είναι έτσι, τότε η δικαιοσύνη του Ύπατου Δικαστού, ο οποίος επιβάλλει αυτές τις ποινές, βρίσκεται σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο από την συνήθη γήινη δικαιοσύνη ενός γήινου δικαστηρίου.
Η καταδίκη στην κόλαση επιβάλλεται από έναν παντοδύναμο και οικτίρμονα Θεό, μολονότι είναι ο ίδιος που δημιούργησε το παν, περιλαμβανομένης και της ανθρώπινης ελευθερίας, ο οποίος προέβλεψε το παν και συνεπώς το προκαθώρισε.
Μια καταδίκη εις τον αιώνα τον άπαντα επιβάλλεται για πράξεις που διεπράχθησαν από ένα αδύνατο πεπερασμένο πλάσμα μέσα σ' ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, από ένα πλάσμα που τελεί ολοκληρωτικά υπό την ισχύ του Θεού.
Αυτό δεν μας θυμίζει ούτε και την πολύ περιωρισμένη δικαιοσύνη των ανθρώπων, πολύ περισσότερο βεβαίως την θεία δικαιοσύνη.
Και αυτός ο ιερός Αυγουστίνος σκεφτότανε, πως όλα τα ανθρώπινα όντα, χωρίς εξαίρεση, δικαίως τιμωρούνται με τα αιώνια βάσανα της κόλασης, μολονότι ο Ύπατος Δικαστής εξαιρεί μερικά από αυτήν την δίκαιη μοίρα σ' αυτούς χορηγεί την λυτρωτική χάρι του, και τους προορίζει να σωθούν.
Δύσκολα θα μπορούσε να επινοήσει κανείς κάτι πιο απεχθές.
Επίμονοι υποστηρικτές της κόλασης λέγουν συνήθως πως κανείς μόνος του προορίζεται για την κόλαση, από τη χρήση που κάνει της ελευθερίας του· και πως ο Θεός δε μπορεί να τους φέρει στον ουρανό με τη βία, διότι ο Θεός λέγει - αν και το λέγει με λύπη - δεν θα επιβάλει τον οίκτο του με την βία.
Μολονότι τούτο είναι σωστό, συμβαίνει ωστόσο μια μεταφορά στην θεία ζωή σχέσεων που υφίστανται στην γήινη ζωή, και υπάρχει μια ορθολογοποίηση αυτού που είναι εντελώς παράλογο.
Αυτή η ορθολογοποίηση είναι ασυμβίβαστη όχι με τον λόγο, ο οποίος μπορεί να βολευτεί αρκετά καλά, όσο με την ηθική αίσθηση, η οποία είναι η αληθής θεία αρχή στον άνθρωπο.
Η επίκληση σε βοήθεια της ιδέας της ελεύθερης βούλησης για την υπεράσπιση της κόλασης, σημαίνει παραμερισμό του προβλήματος, αλλά ούτε προσφέρει και καμμιά λύση.
Διότι αυτή η ίδια η ιδέα της ελεύθερης βούλησης, είναι έννοια του ποινικού δικαίου, και σαν τέτοια είναι εντελώς ανεφάρμοστη στο θείο μυστήριο, το οποίο μας απασχολεί εδώ.
Είναι πρωταρχικής σημασίας να αντιληφθούμε το γεγονός πως η ιδέα της κόλασης στερεί την ηθική ζωή του ανθρώπου από κάθε νόημα, αφού της επιθέτει τη σφραγίδα του τρόμου.
Όλη η ζωή βιώνεται σε κατάσταση τρόμου και ο φοβισμένος άνθρωπος θα συμφωνήσει με ο,τιδήποτε, προκειμένου να αποφύγει τα βάσανα της κόλασης.
Τούτο αφαιρεί κάθε αξία και κάθε αξιοπρέπεια από την πνευματική ζωή.
Είναι προφανές πως η ιδέα της κόλασης, για την οποία υπάρχει ψυχολογική βάση, είχε πάνω απ' όλα πειθαρχική, κοινωνιολογική και πολιτική σημασία, όπως το ίδιο αληθεύει και για την σκληρή ποινική νομοθεσία.
Είναι προς τιμήν του Σέργιου Βulgakov, που επαναστατεί αποφασιστικά κατά της ιδέας της αιώνιας κόλασης, στον τρίτο τόμο του συστήματος της Δογματικής Θεολογίας του.
Έτσι συνεχίζει την παράδοση της ρωσικής θρησκευτικής φιλοσοφίας και εκφράζει την ρωσική ιδέα (1).
Κατ' αυτόν, μια αιώνια κόλαση σημαίνει αποτυχία του Θεού.
Είναι η ήττα του Θεού από τις δυνάμεις του σκότους.
Αρκετά παλαιότερα υποστήριξα την ιδέα πως «αιώνια» βάσανα, δεν σημαίνουν μιαν ατελεύτητη περίοδο χρόνου, αλλά απλώς ένταση του πόνου, που δοκιμάζεται σε μιαν ωρισμένη χρονική στιγμή.
Κατά την άποψη του Σέργιου Βulgakov το κακό δεν έχει βάθος και, θα λέγαμε, αυτοεξαντλείται και αυτοκαταστρέφεται· κατά την γνώμη του η ιδέα της αιωνιότητας της κόλασης δε μπορεί να γίνει δεκτή από τη συνείδηση.
Θα έλεγα πως είναι απαράδεκτη όχι από τον εμπειρικό άνθρωπο, άλλα από τον υπερβατικό.
Περαιτέρω, θα έλεγα πως γνωρίζουμε πολύ καλά την εμπειρία της κόλασης, αλλά η θρησκευτική πίστη συνίσταται στο γεγονός ότι η κόλαση δεν είναι αιώνια.
Πίστη στην κόλαση σημαίνει απιστία.
Σημαίνει πως έχουμε περισσότερη πίστη στον Διάβολο παρά στον Θεό.
Η κόλαση είναι μια εξωτερική ιδέα.
Αυτοί που υπερασπίζονται την θεωρία της κόλασης, συνήθως επικαλούνται τα κείμενα των Ευαγγελίων, και τούτο θεωρείται ως πολύ ισχυρό επιχείρημα.
Πρόκειται για τη γλώσσα των Ευαγγελίων και για το αλάθητο των κειμένων των Ιερών Γραφών.
Αυτή η γλώσσα ήταν σχετική και προσαρμόσθηκε στις περιστάσεις που ο Χριστός έζησε και δίδαξε, στις παραδοσιακές και θρησκευτικές ιδέες που ήταν συμπαθείς σ' αυτό το περιβάλλον.
Οι παραβολές, που είναι πρωταρχικής σημασίας για το θέμα που μας απασχολεί, διατυπώθηκαν με τη γλώσσα και τις έννοιες των ιουδαϊκών κύκλων της εποχής.
Επί πλέον, οι παραβολές προϋποθέτουν και μια κοινωνική τάξη (order) που δεν υπάρχει πλέον· στα Ευαγγέλια το θείο φως θραύεται και σκοτεινιάζει μέσα σ' αυτό το περιωρισμένο ανθρώπινο περιβάλλον.
Στα Ευαγγέλια λάμπει ένα απόλυτο και αιώνιο φως, αλλά υπάρχουν και ωρισμένα πράγματα μικρά και απαράδεκτα, που χρειάζονται επεξήγηση.
Δε χρειάζεται να σημειώσω πως η φράση «εις τους αιώνας των αιώνων» δεν εννοεί αιωνιότητα, αλλά μόνο μια λίγο ή πολύ μακρά περίοδο χρόνου.
Το σπουδαιότερο σημείο είναι πως ο κόσμος εκείνη την εποχή πίστευε στα βάσανα της κόλασης και ήταν απαραίτητο να του μιλήσεις στη γλώσσα που καταλάβαινε.
Η ανθρώπινη φύση του Χριστού περιελάμβανε όλους τους περιορισμούς αυτής της φύσης, εκτός από την αμαρτία.
Η κατά γράμμα παραδοχή των κειμένων του Ευαγγελίου, όχι μόνον οδηγεί στις αντιφάσεις που η βιβλική κριτική αποκαλύπτει, αλλά επί πλέον δε μπορεί να συμβιβασθεί με το υψηλότερο επίπεδο ηθικής συνείδησης που επετεύχθη με την επίδραση του ιδίου του Χριστιανισμού, καθώς αυτή δούλευε κάτω από την επιφάνεια της ζωής.
Γι' αυτό το λόγο πρέπει να υπάρχει ένας πνευματικός εσωτερικός τρόπος ανάγνωσης των Ευαγγελίων.
Υπάρχει ένα αιώνιο πνευματικό Ευαγγέλιο και σε σχέση μ' αυτό, η σημασία του ιστορικού Ευαγγελίου δεν είναι απόλυτη.
Στην ιστορία του Χριστιανισμού έλαβε χώρα η αντικειμενοποίηση του Ευαγγελίου, προσαρμόσθηκε προς την κοινωνική οργάνωση της Εκκλησίας.
Αλλά πίσω απ' αυτό υπάρχει ακόμη το μέγα βάθος που κείται έξω από την αντίθεση αντικειμένου και υποκειμένου και έξω από αυτό που εξυπηρετεί, από κοινωνική άποψη.
Σ' αυτό το μέγα βάθος το πρόβλημα της κόλασης διατυπώνεται κατά ένα εντελώς διαφορετικό τρόπο, πέρα από τον εκφοβισμό ο οποίος ε δικαιολογείτο σαν μέτρο εκπαίδευσης και πειθαρχίας.
Πρόκειται για τούτο το σημείο:
Η Χριστιανική θρησκεία είναι θρησκεία φόβου;
Η θρησκεία εν γένει στηρίζεται στον φόβο;
Μπορεί να υπάρξει μια οριστική υπερνίκηση του φόβου;
Πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα στην ψυχολογία και την οντολογία της κόλασης.
Μια ψυχολογία της κόλασης είναι παραδεκτή, ακόμη και αναγκαία.
Ο άνθρωπος έχει κάποια εμπειρία της κόλασης, ζει μέσω των μαρτυρίων της.
Αλλά η οντολογία της κόλασης, καθώς επιθυμούν να την κατασκευάσουν, είναι αδύνατη και απαράδεκτη.
Είναι ένα από τα πιο άσχημα και αποκρουστικά πράγματα που σχηματίσθηκαν στο ανθρώπινο μυαλό.
Ο άνθρωπος όχι μόνο συχνά δημιουργεί μια κόλαση στην επίγεια ζωή, αλλά την κατασκευάζει και στο κεφάλι του, και στην εκείθεν αιώνια ζωή.
Μολύνει και σκοτεινιάζει το φως της αποκάλυψης με τα ίδια του τα σκοτάδια.
Στο χώρο της κόλασης δεν υπάρχει ούτε μια μόνη θεία ακτίνα, μολονότι ο Θεός πρέπει να καλύπτει το παν.
Ένας καλός Καθολικός, γεμάτος από αγάπη, μου εί πε κάποτε πως ο Θεός έκαμε την κόλαση ωσάν μια ειδική σφαίρα, ωσάν μια φυλακή έτοιμη γι' αυτούς που θα καταδικάζονταν, αλλά δεν ξέρουμε αν υπάρχουν πολλοί που την κατοικούν, ίσως να μην υπάρχει ούτε ένας.
Οι προθέσεις αυτού του ανθρώπου ήσαν όσο γίνεται ανθρώπινες και αγαπητές, αλλά η ιδέα του ήταν φοβερή και έτοιμη να προκαλέσει την αθεΐα στην πιο ακραία μορφή της.
Η κατασκευή μιας φυλακής γι' αυτούς που ήσαν καταδικασμένοι για πάντα, αποτελούσε μέρος του θείου σχεδίου κατά την δημιουργία του κόσμου.
Αν είναι έτσι, ο Θεός μπορούσε να προβλέψει τον αριθμό των καταδικασμένων που θα ρίχνονταν στη φυλακή.
Αυτή η φυλακή προσλαμβάνει οντολογική σημασία.
Και σε τελευταία ανάλυση, η φυλακή ανήκει στο Βασίλειο του Θεού, ακριβώς όπως σε τελευταία ανάλυση και οι φυλακές του Βασιλείου του Καίσαρα ανήκουν στο Βασίλειο του Θεού.
Η φυλακή εκφράζει την υψίστη δικαιοσύνη.
Αλλά αν αρνηθούμε αυτόν τον τρόπο κατανόησης της δικαιοσύνης ως πολύ γήινο, ως τρόπο ανήκοντα στον Καίσαρα, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε πως η ιδέα της κόλασης χωρίζει τον κόσμο και την ανθρωπότητα σε δύο μονίμως αντιτιθέμενα τμήματα - Το Βασίλειο του Θεού και το κράτος του καλού από τη μια μεριά και το Βασίλειο του διαβόλου και το κράτο ς της κόλασης από την άλλη.
Το Βασίλειο της κόλασης συνυπάρχει με το Βασίλειο του Θεού.
Και τούτο προφανώς εισέρχεται στο σχέδιο της δημιουργίας.
Ο Θεός δε μπορεί να υπερνικήσει το σκότος της κόλασης.
Ακόμη και στο επίπεδο μιας ανθρώπινης κατασκευής υπάρχει κάποια πρόβλεψη.
Πολύ περισσότερο πρέπει να υπάρχει στο θειο σχέδιο.
Αλλά υπάρχει αυτή η διαφορά: η ανθρώπινη πρόβλεψη δεν είναι προκαθορισμός, εξ αιτίας των περιορισμών της ανθρώπινης δύναμης, ενώ η θεία πρόβλεψη είναι πάντοτε προκαθορισμός.
Δεν υπάρχει χρόνος για τον Θεό.
Αυτό που ο άνθρωπος σκέφτεται πως είναι πιθανόν να συμβεί, για τον Θεό ήδη πραγματώνεται αιωνίως· δηλαδή τα βάσανα της κόλασης είναι ήδη πραγματικότητα, αφού αποτελούσαν τμήμα στο σχέδιο της δημιουργίας.
Υπάρχουν επιβιώσεις μανιχαϊσμού στην θεωρία της κόλασης, και μάλιστα με κάποια χειροτέρευση, σε σύγκριση με τον μανιχαϊσμό.
Ο καλός Θεός εν τέλει δεν υπερνικά τον κακό Θεό.
Δεν υπάρχει κοινό πεπρωμένο για την ανθρωπότητα· και ένας αιώνιος διαχωρισμός της είναι συγγενής.
Είτε θα ριχτώ στην κόλαση και οι καλοί φίλοι μου θα πάνε στον παράδεισο, ή θα ριχτούν στην κόλαση κι εγώ θα πάω στον παράδεισο.
Αλλά καμμιά από αυτές τις λύσεις δε μπορεί να γίνει δεκτή από την συνείδηση.
Οι άνθρωποι πρέπει να σωθούν όλοι μαζί.
Είναι προς μεγίστη τιμή των Ελλήνων Πατέρων της Εκκλησίας Ωριγένη και Γρηγορίου, που απέρριψαν την πίστη στην αιώνια κόλαση και επί πλέον παραδέχθηκαν πως και ο διάβολος μπορεί να σωθεί.
Αλλά η γνώμη του Ωριγένη -καταδικάσθηκε από την ωργανωμένη ορθοδοξία.
Δεν αγιοποιήθηκε, μολονότι στη ζωή του ήταν άγιος και μάρτυρας.
Και ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, που κήρυσσε πως η σωτηρία δε μπορεί παρά να είναι κοινή εμπειρία ευφροσύνης, πέρασε στη σιωπή.
Ο ιερός Αυγουστίνος, που ήταν ένας από τους ιδρυτές της κόλασης, ευφημείται από όλη την χριστιανική Ευρώπη, καθολική και διαμαρτυρόμενη.
Όλη η σκέψη η σχετική με το ζήτημα της κόλασης τηρήθηκε μέσα στα όρια των ανθρώπινων ορθολογικών εννοιών, όπως συνέβη με κάθε οντολογία.
Απετέλεσε ορθολογοποιημένη μορφή της ανθρώπινης θηριωδίας.
Σε αντίθεση προς αυτά, θα λέγαμε, σε καντιακή φρασεολογία, πως η ανυπαρξία της κόλασης είναι ένα ηθικό αίτημα.
II
Η ιδέα της κόλασης συνδέεται στενά με το παράδοξο του κακού.
Μολονότι πάρα πολλοί προσπάθησαν να ορθολογοποιήσουν το ψυχολογικό και ηθικό πρόβλημα του κακού, ποτέ τους εν τούτοις δεν κατώρθωσαν να ξεπεράσουν τη δυσχέρεια.
Το κακό αποτελεί σκάνδαλο όχι μόνο για τον άνθρωπο άλλα και για τον Θεό.
Διότι, σχεδόν αναπόδραστα, ο Θεός θεωρείται υπεύθυνος για το κακό.
Ο διάβολος, που είναι μια πολύ ασαφής μορφή, γίνεται όπλο στα χέρια του Θεού, και μέσω του διαβόλου εμπραγματώνονται οι σκοποί της Πρόνοιας.
Έτσι λειτουργεί στο βιβλίο του Ιώβ, και αυτή η άποψη εκτίθεται στον πρόλογο του Faust.
Δεν αποδίδεται ανεξάρτητη δύναμη στον διάβολο· δε μπορεί να κάμει τίποτα το δημιουργικό.
Το κακό είναι αρνητικό και έχει μια ψεύτικη δύναμη, απλώς γιατί κλέβει από το καλό.
Ωστόσο, ο διάβολος επέτυχε να γίνει ο πρίγκηπας αυτού του κόσμου και ο κυβερνήτης του.
Σ' αυτόν τον εκπεσμένο κόσμο το κάθε τι προέρχεται πολύ περισσότερο από τον διάβολο παρά από τον Θεό.
Αλλά αυτό που είναι ακόμη σπουδαιότερο και πιο φοβερό είναι πως ο διάβολος πετυχαίνει να δημιουργήσει το αιώνιο βασίλειο του σκότους και του πόνου, δηλαδή την κόλαση.
Η κόλαση είναι μια αναμφίβολη επιτυχία του διαβόλου και μια αποκάλυψη της δύναμης του.
Αλλά εν τούτοις παραμένει παράδοξο το ότι οι άνθρωποι επιθυμούν να θεωρούν την κόλαση, με τα αιώνια βάσανα της, σαν ένα τμήμα του Βασιλείου του Θεού, όπου η ποινική δικαιοσύνη ευδοκιμεί και θριαμβεύει.
Αυτό μας οδηγεί να παραδεχθούμε πως ο Θεός ήθελε στην αιωνιότητα μια κόλαση και ένα κακό, σαν κι' αυτό που οδηγεί στην κόλαση , διότι το κακό είναι η συνέπεια της ελευθερίας που ο Θεός παρεχώρησε στα πλάσματα του.
Η ελευθερία είναι ένα πράγμα μοιραίο για τον άνθρωπο.
Δεν υπάρχει ορθολογική έξοδος από την αντίφαση που περικλείεται.
Η θεολογική σκέψη περιπλέκεται σε αντιφάσεις γιατί χρησιμοποιεί έννοιες παρμένες από τη ζωή αυτού του κόσμου και που ταιριάζουν μόνον σ' αυτόν τον κόσμο, και ύστερα τις εφαρμόζει στη θεία ζωή.
Η κόλαση ανήκει σ' αυτόν τον κόσμο και όχι στον επέκεινα, ακριβώς όπως και το κακό ανήκει σ' αυτόν τον κόσμο.
Στην ουσία, το κακό είναι παράδοξο και η παράδοξη φύση του φαίνεται από το γεγονός πως το κακό μπορεί να αποτελέσει τον δρόμο για το καλό, ενώ ο αγώνας εναντίον του κακού μπορεί να είναι ο ίδιος κακός.
Ο υπαρξιακός και μη ορθολογικός τρόπος κατανόησης του κακού συνίσταται στο να εκληφθεί τούτο ως δοκιμασία της ελευθερίας. Αυτό καθόλου δεν συνδέεται με την ιδέα μιας οντολογίας εκφρασμένης με έννοιες.
Είναι περιγραφή μιας πνευματικής εμπειρίας.
Ίσως να πούνε πως τούτο αποτελεί δικαίωση του κακού.
Αλλά στην πραγματικότητα μια πολύ μεγαλύτερη δικαίωση του κακού βρίσκεται στη βεβαίωση πως ο Θεός το χρησιμοποιεί για τις επιδιώξεις του καλού, για την εξασφάλιση του θριάμβου της δικής του δικαιοσύνης.
Η δοκιμασία του κακού είναι δοκιμασία των βασάνων και του πόνου.
Αλλά η ελευθερία προϋποθέτει την εμπειρία του κακού.
Το υποχρεωτικό καλό, το καλό που επιβάλλεται με την βία, θα μπορούσε να γίνει μέγιστο κακό.
Ο Dostoyevsky έδειξε πως το καταλάβαινε τούτο καλλίτερα από τον καθένα, με τον τρόπο που περιγράφει τις Ουτοπίες που υπόσχονται να φέρουν τον επίγειο παράδεισο, στην διαλεκτική του Μεγάλου Ιεροεξεταστή.
Πάνω απ' όλα, είναι απαραίτητη η διαμαρτυρία εναντίον όλων αυτών, όπως και εναντίον του χωρισμού του κόσμου σε δυο τμήματα, στον κόσμο του φωτός και του καλού, και στον κόσμο του σκότους και του κακού.
Αυτές οι διακρίσεις ετοιμάζουν το δρόμο προς την κόλαση, και έτσι καθορίζεται η ηθική της κόλασης.
Επίσης, η ηθική της κόλασης κυριαρχεί και σ' αυτούς που δεν αναγνωρίζουν τις θρησκευτικές πίστεις.
Συχνά ανήκουν στους επαναστάτες, όπως είναι οι μαρξιστές.
Το ηθικό παράδοξο του κακού συνίσταται σε τούτο: ό τι φανερώνεται σ' αυτούς που αντιπροσωπεύουν το καλό, που καταπολεμούν το κακό με μια κακή και ανοικτίρμονη στάση μίσους προς αυτούς που είναι το κακό και που εκλαμβάνονται ως κακοί, προς αυτούς που, επί παραδείγματι, θεωρούνται εχθροί.
Έτσι ο αγώνας εναντίον του κακού μετατρέπεται σε κακό.
Στο ό νομα της αρετής και της δικαιοσύνης βασανίζουν τον κόσμο.
Στο όνομα του ανθρωπισμού ενεργούν απάνθρωπα.
Από τους εχθρούς της ελευθερίας, πραγματικούς ή φανταστικούς, στερούν την ελευθερία και τους μεταχειρίζονται με τη βία.
Τους μισαλλόδοξους τους μεταχειρίζονται με μισαλλοδοξία κι' αυτούς που πυροβολούν τους πυροβολούν.
Είναι ένα ηθικό παράδοξο από το οποίο δεν υπάρχει έξοδος, είναι έκφραση του παραδόξου του κακού.
Βεβαίως πρέπει κανείς να αγωνίζεται εναντίον του κακού.
Το κακό πρέπει να καεί, αλλά πρέπει να καεί το κακό και όχι οι κακοί άνθρωποι.
Αυτοί που αγωνίζονται εναντίον του κακού, δεν επιθυμούν οι κακοί άνθρωποι να απαλλαγούν από το κακό.
Και συχνά αυτό που επιθυμούν είναι ο εξαφανισμός των κακών ανθρώπων μαζί με τα κακά.
Τούτη είναι η ηθική της κόλασης, μια προετοιμασία της αιώνιας κόλασης για τους κακούς ανθρώπους.
Ο Δάντης τοποθέτησε τους εχθρούς του στην κόλαση· γι' αυτό ο Fedorov τον ωνόμασε εκδικητικό συγγραφέα.
Αλλά ο φοβερός κόσμος της Δαντικής κόλασης δε μπορεί να επανιδρυθεί σήμερα.
Είναι δυνατό να έχουμε μια ηθική της αντικόλασης, η όποια δεν αναγνωρίζει τη δυνατότητα απόρριψης ανθρώπων στην κόλαση και επιθυμεί τη σωτηρία όλων των ανθρώπων, η οποία πιστεύει στο φωτισμό και την μεταμόρφωση, όχι μόνον των κακών, όχι μόνο του Κάιν και του Ιούδα, αλλά και του ίδιου του διαβόλου· δηλαδή, επιθυμεί την κοινή αδελφική σωτηρία και αναγνωρίζει την ευθύνη όλων για όλους.
Τα άνθη μπορούν να ανθούν πάνω από την λάσπη και την βρώμα, αλλά τούτο συμβαίνει γιατί ο σπόρος της αιώνιας ζωής ρίχτηκε σ' αυτό το έδαφος.
Ακόμη και από τα ύψη της προόδου του ο άνθρωπος είναι δυνατόν να δοκιμάσει μια νέα καταβύθιση στην ύλη, αλλά αυτή η καταβύθιση δεν μπορεί να είναι οριστική για το ανθρώπινο πεπρωμένο.
Η ιδέα της κόλασης είναι έννοια του ψεύτικου θρησκευτικού ατομικισμού και του υπερβατικού εγωισμού.
Αυτή η σατανική έννοια προκύπτει από μια κακή και διεφθαρμένη μορφή της ιδέας της δικαιοσύνης κι έτσι γίνεται σαφής η προέλευση της ιδέας της δικαιοσύνης· είναι το αίσθημα της εκδίκησης, όπως πολλοί κοινωνιολόγοι υποστηρίζουν.
Η εκδίκηση έπαιξε έναν τεράστιο ρόλο στην θρησκευτική πίστη και στις ηθικές ιδέες.
Ακόμη και σήμερα οι άνθρωποι δεν απελευθερώθηκαν από την έννοια του εκδικητή Θεού.
Ακόμη και η γλώσσα των Ευαγγελίων δεν είναι παντελώς απελευθερωμένη απ' αυτήν την έννοια.
Από άποψη μεταφυσική πρέπει να πούμε πως η κόλαση υπάρχει μόνο στον χρόνο και δείχνει την αδυναμία εξόδου από τον χρόνο.
Δεν μπορεί να μεταφερθεί στην αιωνιότητα· η μόνη αιωνιότητα που υπάρχει είναι η θεία αιωνιότητα.
Το κακό είναι απλώς μια δοκιμασία, αλλά μια φοβερή δοκιμασία.
Η ζωή του ανθρώπου, η ζωή του κόσμου, δεν πρέπει να νοηθεί ως ποινική διαδικασία, αλλά ως τραγωδία.
Αλλά αυτό που χαρακτηρίζει την πραγματική τραγωδία είναι ο συνδυασμός του μοιραίου και της ελευθερίας.
Η αρχαία υποδούλωση του ανθρώπου αντικατοπτρίζεται στο νομικιστικό τρόπο κατανόησης του Χριστιανισμού και στη δικανική ερμηνεία του κακού.
Βεβαιώνεται η ελευθερία βούλησης, προκειμένου να εμφανισθεί η ετυμηγορία δίκαιη.
Κατά τον τραγικό τρόπο κατανόησης του Χριστιανισμού αυτή η υποδούλωση υπερνικάται πλήρως, διότι υποθέτει την ελευθερία και η ελευθερία προκαλεί την τραγική σύγκρουση.
Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει τραγικό στοιχείο στην ιδέα της αιώνιας κόλασης, είναι η έννοια μιας δίκαιης νομικής καταδίκης, ακόμη κι' όταν νοείται ως καταδίκη που προέκυψε όχι από την εξωτερικότητα, αλλά από εσωτερικότητα.
Απ' αυτήν την άποψη η νομική ετυμηγορία γίνεται δεκτή με μιαν έννοια αισιόδοξη.
Οι λαοί, και ειδικώτερα οι λαοί της Δύσης, είναι πολύ προσκολλημένοι στην ιδέα της ριζικής τιμωρίας και νιώθουν ικανοποίηση όταν την σκέφτονται.
Τούτο είναι αποκρουστικό· ωστόσο δείχνει πως η κόλαση γίνεται δεκτή χωρίς καμμιά αίσθηση τραγωδίας, αλλά μάλλον με ικανοποίηση.
Η ιδέα της μετεμψύχωσης προσφέρεται ως αντίθεση προς τη δαιμονική ιδέα του αιώνιου πόνου, η οποία είναι εξωτερική, επινοηθείσα προς το συμφέρον της οργάνωσης της θρησκευτικής κοινωνίας - οργάνωση που παρουσιάζει μιαν ωμή αντικειμενοποίηση της υπαρξιακής κοινωνίας.
Από ηθική άποψη αποτελεί βελτίωση της ιδέας της αιώνιας κόλασης, άλλα δεν είναι ωστόσο ελεύθερη από το νομικίστικο τρόπο κατανόησης της ανθρώπινης ζωής.
Οι διαδοχικές μετενσαρκώσεις είναι το αναγκαίο αποτέλεσμα των αρετών ή των αμαρτιών της προηγούμενης ενσάρκωσης.
Ο ηθικός νόμος αντικειμενοποιείται στον κοσμικό νόμο, και δεν υπάρχει τρόπος εξόδου από τον χρόνο προς την αιωνιότητα· η μετενσάρκωση τελεί υπό το κράτοςτου κοσμικού χρόνου.
Το Κάρμα (2) είναι νόμος και δε γνωρίζει την χάρι, την εν χάριτι αναγέννηση σε μια στιγμιαία έλλαμψη του υπαρξιακού χρόνου, όπως συνέβη με τον μετανοημένο ληστή.
Η αρχαία σοφία των Ινδιών θεωρούσε τη μετενσάρκωση ως δυστύχημα από το οποίο πρέπει κανείς να διαφύγει δια της ενώσεως του με το Βράχμα.
Ίδια είναι και η στάση του Βουδδισμού.
Οι σύγχρονοι δυτικοί θεόσοφοι έδωσαν μιαν αισιόδοξη στροφή στην ιδέα της μετενσάρκωσης.
Η αναγέννηση μέσα στο ίδιο σχήμα πραγμάτων, δηλαδή σε τούτη την επίγεια ζωή και στην ιστορία της, συγκρούεται με την ιδέα του προσώπου, με την ανεπανάληπτη μοναδική προσωπικότητα του ανθρώπου, όπου και το ανθρώπινο σώμα έχει τη θέση του.
Μετενσάρκωση σε έναν αριθμό σφαιρών, αναγέννηση σε διαφορετικούς πνευματικούς κόσμους, είναι άλλο ζήτημα.
Και κατά τη γνώμη μου είμαστε υποχρεωμένοι να το παραδεχθούμε.
Αφού η έννοια, σύμφωνα με την οποία ο αιώνιος προορισμός του ανθρώπου τελικώς καθορίζεται από την σύντομη περίοδο της ζωής του ανάμεσα στη γέννηση και στον θάνατο, σε τούτο το επίγειο σχήμα πραγμάτων, και σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος είναι πιασμένος σε μια παγίδα που του στήθηκε, είναι παντάπασι απαράδεκτη.
Υπάρχει βεβαίως ένα πράγμα, όπως είναι η ανάμνηση προηγουμένων μετενσαρκώσεων ως υπαρξιακή εμπειρία, αλλά καθίσταται αόριστη και σκοτεινή με την σύγχυση των διαφόρων σφαιρών ύπαρξης που δε μπορούν να τηρηθούν εντελώς χωριστά ή να ριζωθούν η μια μέσα στην άλλη.
Μπορώ να νιώσω έναν ειδικό δεσμό με ωρισμένες ιδιαίτερες χρονικές περιόδους του παρελθόντος και για κάποιους ανθρώπους που έζησαν στο παρελθόν, αλλά δεν είναι απαραίτητο να το ερμηνεύσω τούτο κατά έναν ωμό εμπειρικό τρόπο.
Από μιαν άποψη, το παρελθόν μου είναι παρελθόν του κόσμου και ανήκα στο τάδε τμήμα του χρόνου περισσότερο από όσο σε άλλα.
Τούτο είναι η πιο μυστηριώδης πλευρά της ζωής.
Αλλά η λαϊκή ιδέα της μετενσάρκωσης, η οποία έχει τις ρίζες της στις αρχαίες πίστεις της ανθρωπότητας, αποτελεί μορφή αντικειμενοποίησης και ορθολογοποίησης της εσχατολογικής ιδέας.
Αυτό που χρειάζεται είναι η αποκάθαρση της Χριστιανικής σκέψης από τον χρησιμοθηρισμό που την κατακαλύπτει και που την εξαναγκάζει να διατυπωθεί σε δόγμα, μολονότι τα δόγματα κατά βάσιν είναι μόνο μυστικά γεγονότα.
Η διαμάχη μεταξύ Fénélon και Βossuet για την ανιδιοτελή αγάπη προς τον Θεό, ήταν μια από τις μορφές του αγώνα για την υπερνίκηση του θρησκευτικού χρησιμοθηρισμού.
Ο Bossuet ήταν ακραίος αντιπρόσωπος αυτού του χρησιμοθηρισμού, όπως συμβαίνει με την πλειονότητα των θεολόγων.
Ο Γιανσενισμός ήταν μια άλλη μορφή νομικίστικου τρόπου κατανόησης των πραγμάτων.
Η ιδέα των αιωνίων πόνων της κόλασης είναι η τελική έκφραση της νομικίστικης και χρησιμοθηρικής κατάστασης του πνεύματος των θρησκευτικών ανθρώπων.
Οι πραγματικοί μυστικοί υψώθηκαν επάνω από αυτή την εξωτερική ιδέα, η οποία οφείλει την ύπαρξή της στα συμφέροντα της κοινωνικής οργάνωσης.
Η πνευματική ανάρρωση από την ιδέα της κόλασης αποτελεί μιαν από τις μεγαλύτερες στιγμές στη νέα και αποκαθαρμένη χριστιανική σκέψη, στον Χριστιανισμό του πνεύματος.
Τούτο θα υποκαταστήσει την παλαιά ιδέα της ανταπόδοσης και της απονομής αμοιβών και τιμωρίας.
Η αντίληψη της επίδρασης του εσωτερικού φωτισμού, της μεταμόρφωσης, της επίτευξης πληρότητας και ομοιότητας προς τον Θεό, όλα αυτά που συνεπάγεται η οδός του πόνου, θα αντικαταστήσουν την ιδέα της κόλασης.
Nicolas Berdiaeff, Αλήθεια και Αποκάλυψη,
εκδ. Δωδώνη, σελ. 189-202
Ἡ σκληρότητα τοῦ κόσμου.
«Ἐμᾶς μπορεῖ νὰ μᾶς τραβήξει ὁτιδήποτε. Καὶ ἡ ὀμορφιὰ τῆς Θ. Λειτουργίας καὶ τὸ νὰ ὑπηρετοῦμε ἕναν ὑψηλὸ σκοπό.
Μ᾿ αὐτὰ ὅμως ὅλα, ὑπάρχει κίνδυνος νὰ χάσουμε τὸ πιὸ βασικό.
Ὁ Κύριος δὲν μᾶς ἄφησε κάποιο σύστημα, ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἐντολές Του.
Καὶ ἡ κυριότερη ἐντολή, εἶναι τῆς ἀγάπης πρὸς ὅλους καὶ ἰδιαιτέρως πρὸς τοὺς ἐχθρούς.
Ὅσο πιὸ κοντὰ θὰ εἴμαστε στὸ τέλος, οἱ ἄνθρωποι θὰ γίνονται πιὸ ψυχροὶ καὶ σκληροί.
Μὲ τὴν ἄνθιση τῆς ἀνομίας, ψύχεται ἡ ἀγάπη.
Τὸ βασικὸ γιὰ τὸν χριστιανὸ εἶναι ἡ ἀγάπη.
Γι᾿ αὐτὸ ἐμεῖς πρέπει ν᾿ ἀπαντοῦμε μὲ ἀγάπη στὴν ψυχρότητα καὶ σκληρότητα τοῦ κόσμου αὐτοῦ».
Ἅγ. Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ
Ὅποιος ἔχει τὴν τέλεια ἀγάπη,
δὲν κάνει διακρίσεις στοὺς ἀνθρώπους.
Ξέρει πὼς ὅλοι μας ἔχουμε τὴν ἴδια ἀνθρώπινη φύση,
καὶ γι’ αὐτὸ ἀνεξαίρετα τοὺς ἀγαπάει ὅλους τὸ ἴδιο.
Τοὺς ἐναρέτους τοὺς ἀγαπάει ὡς φίλους,
ἐνῶ τοὺς κακοὺς τοὺς ἀγαπάει ὡς ἐχθροὺς
καὶ τοὺς εὐεργετεῖ καὶ μακροθυμεῖ καὶ ὑπομένει, ἂν τὸν βλάψουν,
χωρὶς νὰ ὑπολογίζει καθόλου τὸ κακὸ ποὺ τοῦ γίνεται.
Ἀντίθετα, ἂν τὸ καλέσει ἡ περίσταση, πάσχει γιὰ χάρη τους,
γιὰ νὰ τοὺς κάνει κι αὐτοὺς φίλους, ἂν εἶναι δυνατόν.
Κι ἂν αὐτὸ δὲν τὸ κατορθώσει, δὲν ἀλλάζει τὴ διάθεσή του,
ἀλλὰ συνεχίζει νὰ τοὺς ἀγαπάει ὅλους ἐξίσου.
Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητῆ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Με πολλές ιδέες του Bulgakov διαφωνώ ριζικώς.
(2)Κάρμα: Διδασκαλία της ινδικής φιλοσοφίας σύμφωνα με την οποία θοι πράξεις του ανθρώπου καθορίζουν την τύχη του, στις διαδοχικές μετεμψυχώσεις. Βράχμα: Η απρόσωπη, πανθεϊστική κοσμική ψυχή, το Απόλυτο, όπου η ένωση μαζί του αποτελεί τον ύψιστο σκοπό των Ουπανισάδων.