Οι πονηροί ιερείς και οι μοντέρνοι θεοί του σήμερα - Point of view

Εν τάχει

Οι πονηροί ιερείς και οι μοντέρνοι θεοί του σήμερα







«Θρύλε, θεέ μου, Ολυμπιακέ μου!»

(ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ)



Στον «Γαλιλαίο» του Μπρεχτ ο μαθητής ελέγχει το Δάσκαλο, που υπέκυψε στις απειλές της Ιερής Εξέτασης, λέγοντας: «Αλίμονο, στη χώρα που δεν έχει ήρωες». Κι ο Γαλιλαίος του απαντά: «Αλίμονο, στη χώρα που έχει ανάγκη από ήρωες».


Η εποχή μας έχει ανάγκη από ήρωες αλλά δεν μπορεί να τους προσφέρει. Γι’ αυτό προσφέρει είδωλα. Ακόμη κι αυτοί που συχνά προβάλλονται σαν ήρωες, είναι απλές κατασκευές τής πιο πλούσιας βιομηχανίας του καιρού μας, της βιομηχανίας ειδώλων. Τέτοιοι «ήρωες» εμφανίζονται παντού: στην πολιτική, στην οικονομία, στον κινηματογράφο, στο θέατρο, στη μουσική. Μιλούν στο ραδιόφωνο, «ποζάρουν» για την τηλεόραση και τον τύπο, «κλέβουν» την προσοχή των νέων κυρίως, και αποτελούν το πιο συνηθισμένο αντικείμενο των καθημερινών συζητήσεων. Αν κανείς μελετήσει τις αθλητικές εφημερίδες της Δευτέρας, θα διαπιστώσει πως την προηγούμενη μέρα αναδείξαμε τόσους ήρωες όσους δεν αναδείξαμε το ’21!



Οι «ήρωες» αυτοί υπηρετούν ένα σύστημα «υφαρπαγής». Αντικείμενο της υφαρπαγής μπορεί να είναι η σκέψη μας, η ψήφος μας, το γούστο μας, ο χρόνος μας, 







τα χρήματα μας. Γι’ αυτό οι «ειδωλοήρωες» δημιουργούνται για όλες τις δραστηριότητες μας. Υπάρχουν πρότυπα για το τέλειο ντύσιμο, για το τέλειο σεξ, για τον τέλειο ηγέτη, την τέλεια μητέρα, τον καλό πατέρα, σύζυγο ή εραστή, πρότυπα κινηματογραφικά, τηλεοπτικά, αθλητικά, πρότυπα για την «ποπ» και τη «ροκ» μουσική, τη δημοσιογραφία, την επιστήμη και τη λογοτεχνία. Λένε πως τετρακόσιοι θεοί συνωστίζονταν στο Γαλατικό Πάνθεο. Εμείς, φυσικά, πρέπει να τους έχουμε ξεπεράσει. Γιατί η δική μας θρησκεία δεν είναι μονοθεϊστική είναι πολυθεϊστική, προσαρμοσμένη στις ανάγκες της κατανάλωσης. Σ’ όσο περισσότερους «θεούς» πιστεύεις, τόσο περισσότερο λιβάνι ξοδεύεις. (Το «λιβάνι» εδώ εκλαμβάνεται με πολλές έννοιες).


Υπάρχει όμως μια διαφορά ανάμεσα στη δική μας θεολατρία και τη λατρεία των αρχαίων. Εμείς δε λατρεύουμε θεούς με ανθρώπινες αδυναμίες, αλλά ανθρώπους με «θεϊκές». Οι σύγχρονοι θεοί δε γεννιούνται στη φαντασία των ανθρώπων από την ανάγκη τους να πιστεύσουν σε κάτι, αλλά στους εγκεφάλους —φυσικούς ή ηλεκτρονικούς- διαφημιστικών εταιριών από την ανάγκη τους να κερδίσουν περισσότερα χρήματα. Άλλωστε, αυτός είναι ο λόγος που οι σύγχρονοι «θεοί», προϊόντα κι αυτοί μαζικής παραγωγής, δεν έχουν τα πλεονεκτήματα των αρχαίων. Είναι κατασκευασμένοι για να είναι καταδικασμένοι στη γρήγορη φθορά και στην αντικατάσταση τους με νέους. Σ’ αυτό συμβάλλει το γεγονός ότι οι περισσότεροι «πιστοί» είναι νέοι και θέλουν νέους —τους δικούς τους— «θεούς».


Από πού όμως ξεκινάει η περίεργη αυτή «θρησκομανία», που έχει καταλάβει το σύγχρονο κόσμο; Αναμφισβήτητο αίτιο είναι η ιδεολογική σύγχυση, που έχει προκληθεί μετά από τον κλονισμό και κατάρρευση πατροπαράδοτων αξιών. Η ιδεολογική σύγχυση δεν επιτρέπει στις μάζες τη δημιουργία εδραίων πεποιθήσεων, προσωπικών αρχών και προτύπων. Ένας άνθρωπος, λοιπόν, που δεν έχει ξεκαθαρισμένο ιδεολογικό στίγμα, μπορεί εύκολα να υιοθετήσει ξένους στόχους και σκοπούς, που θα του προβάλουν, θα του υποβάλουν και θα του επιβάλουν κάποιοι με τη μορφή νέων θεοτήτων. Οι νέοι μάλιστα, τα μεγαλύτερα θύματα της ιδεολογικής σύγχυσης, είναι οι πιο φανατικοί οπαδοί τού κάθε «θεού». 

Η συνταγή της κατασκευής νέων θεών είναι τόσο -σατανική, που φτάνει ως τη «θέωση» του τρομοκράτη, για να γίνει το «κατόρθωμα» του τραγούδι, το τραγούδι δίσκος, προς όφελος κάποιων δισκογραφικών εταιριών, που είναι υποτελείς των μεγάλων πολυεθνικών. Έτσι ο νεαρός που ψάλλει «Πάμε για πολιτείες αναρχικές» ή το ιδιόμελον «έλα, έλα τρομοκράτη με τη βόμβα στο χέρι να δούμε κι εμείς την άνοιξη, να διώξεις τη μιζέρια», δεν αντιλαμβάνεται ότι γίνεται ντελάλης των ανθρώπων, που αναπαράγουν τη μιζέρια. Ο τρομοκράτης, όσους κι αν σκοτώσει, είναι το πιο τραγικό θύμα, το «ιερόν σφάγιον».


Μια άλλη αιτία της φαινομενικά ανεξήγητης «Θεογονίας» των ημερών μας είναι η παθητικότητα. Ο σύγχρονος άνθρωπος έχει συνηθίσει ν’ αγοράζει ό,τι φτιάχνουν άλλοι γι’ αυτόν, να «διασκεδάζει» με τηλεοπτικές ταινίες, επιλεγμένες από άλλους, να γελά με ανόητες κωμωδίες, αφού ακούει κονσερβοποιημένο γέλιο. Γιατί, λοιπόν, ένας τέτοιος άνθρωπος να μη συνηθίσει να τον πλάθουν άλλοι μέσω των νέων «θεών», να του φτιάχνουν άλλοι ό,τι θα μπορούσε να φτιάξει αυτός; Αυτοί οι άλλοι μπορεί να του προσφέρουν στόχους μα όχι σκοπούς. Κι ένας εύκολος στόχος είναι πάντα ο εαυτός του.


Οι μονοθεϊστικές θρησκείες είναι πολύ απαιτητικές. Ζητούν μετάνοια, πίστη, προσφορά, νηστεία, λιτότητα. Αντίθετα, ο βιομηχανικός «πολυθεϊσμός» είναι συγκαταβατικός, συγχωρεί τα πάντα, ανέχεται τα πάντα, απορρίπτει την εγκράτεια και γίνεται κήρυκας της χλιδής και της πολυτελούς διαβίωσης. Ο ναός των σύγχρονων «θρησκειών» είναι η αγορά. Ο σύγχρονος άνθρωπος πιστεύει ότι τα πάντα αγοράζονται. Γιατί να μην αγοράσει γρήγορα κι εύκολα κάποιους «σκοπούς», όσο γρήγορα κι εύκολα αγοράζει ένα σάντουιτς από το «fast food;»






Κάποτε οι άνθρωποι πίστευαν πως ο Θεός ή οι θεοί έφτιαξαν τον κόσμο. Σήμερα κάποια συστήματα φτιάχνουν τους μοντέρνους «θεούς» κι αυτοί «φτιάχνουν» τον κόσμο, όπως είναι καθορισμένο από το σύστημα που έφτιαξε και τους ίδιους. Οι πονηροί «ιερείς» του καιρού μας έχουν απλώσει τη «θρησκεία» τους παντού, ακόμη και στην πολιτική. Πάντα βέβαια οι λαοί είχαν την τάση να θεοποιούν τους ηγέτες τους. Όμως παλιά η τάση αυτή ανάβλυζε μέσα από το λαό σαν εσωτερική ανάγκη. Σήμερα επιβάλλεται «εκ των άνω» σαν εξωτερική ανάγκη.


Είναι συχνό το φαινόμενο κόμματα και κινήματα, για ν’ αποκτήσουν δύναμη και να εξάψουν την πίστη των οπαδών τους, να θεοποιούν τον αρχηγό τους. Αν δεν μπορούν να κάνουν κάτι τέτοιο, πράττουν το αντίστροφο. Κάνουν αρχηγό κάποιον ήδη αναγνωρισμένο «θεό» και προσδοκούν αύξηση της πελατείας των πιστών. Ο ηγέτης-είδωλο προσφέρει κι ένα πρόσθετο όφελος στην παράταξη του: είναι ανώτερος κριτικής. Η γοητεία του είναι τέτοια, ώστε να μην κρίνονται οι πράξεις του, όσο διαβλητές κι αν είναι, αλλά να κρίνονται και να επικρίνονται αυτοί που τολμούν να τις κρίνουν.


Δεν είναι τυχαίο που πολιτικοί αρχηγοί, μ’ αμφισβητούμενες ικανότητες, με ανύπαρκτο πολιτικό ήθος, αλλά με καλούς συμβούλους και διαφημιστές καταφέρνουν να κερδίσουν το θαυμασμό και τη λατρεία των λαών, να γίνουν αστέρες της πολιτικής σκηνής με τα μέσα που χρησιμοποιούσε για τις χολυγουντιανές του υπερπαραγωγές ο Σεσίλ ντε Μιλ. 

Τα πάντα στηρίζονται στο περίφημο «image», που τους εξασφαλίζουν οι καλοί φωτισμοί, οι εντυπωσιακές αφίσες, οι ογκώδεις και καλά σκηνοθετημένες συγκεντρώσεις, οι ιδιορρυθμίες στον τρόπο ομιλίας και συμπεριφοράς. Είναι χαρακτηριστικό, άλλωστε, ότι ο Αλκιβιάδης, ο πρώτος μεγάλος ανήθικος ηγέτης της αρχαιότητας, είχε γίνει το ίνδαλμα της αθηναϊκής νεολαίας με την εντυπωσιακή του εμφάνιση και τον εκκεντρικό τρόπο ζωής του. Ήταν ο πρώτος «δανδής»* της ιστορίας.



* Δανδής (αγγλ): Ο καλλωπιζόμενος, αυτός που μετέρχεται εξεζητημένους τρόπους. Για τον Αλκιβιάδη ειδικά ο κωμικός Άρχιππος είχε γράψει: «Κλασαυχενεύεται τε και τραυλίζεται».


Η θεοποίηση του ηγέτη, ομολογημένη ή μη, πέρα από κάποιους εκλογικούς στόχους, υπηρετεί κι άλλους βαθύτερους σκοπούς. Συχνά ένα πολιτικό κίνημα βαφτίζεται επανάσταση κι ο αρχηγός της «επανάστασης» θεοποιείται και το πορτρέτο του δεσπόζει παντού, σε ιδιωτικούς και δημόσιους χώρους. Ο θεοποιημένος ηγέτης με τη θέωσή του καλύπτει όλους εκείνους που τον θέλουν, τον προωθούν και τον επιβάλλουν σαν ηγέτη. Το αλάθητο του συγκαλύπτει τα δικά τους λάθη. 

Παλιότερα η Ρωσία γνώρισε το φαινόμενο του σταλινισμού. Όμως δεν είναι ο Στάλιν που γέννησε το Σταλινισμό, αλλ’ ο «σταλινισμός» (ένας ορισμένος τρόπος πολιτικής πρακτικής που προϋπήρχε), είναι αυτός που ανέδειξε το Στάλιν. Είναι ακόμη πιο κοντινή η περίπτωση του Κινέζου ηγέτη Μάο-τσε-Τουνγκ, που ενώ βρισκόταν επί μια δεκαετία σε κατάσταση φυτού, η περίφημη «σκέψη» του, συμπυκνωμένη στο «κόκκινο βιβλίο», είχε γίνει το Άγιο Πνεύμα ολόκληρου του κινεζικού λαού. Τι απέμεινε σήμερα απ’ όλη αυτή τη θεογονία που συχνά άγγιξε τα όρια της τερατογονίας;


Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους «θεούς» της επιστήμης και της τέχνης. Στα ολοκληρωτικά καθεστώτα —πέρα από τον Μεγάλο Θεό, τον ηγέτη—, δημιουργούνται κι άλλες μικρότερες «θεϊκές» υπάρξεις, κάτι σαν Χερουβείμ και Σεραφείμ, που προσθέτουν λάμψη με τη λάμψη τους στο καθεστώς. Πρόκειται για καλλιτέχνες, διανοούμενους, επιστήμονες, που υποστηρίζουν ιδεολογικά το καθεστώς, που ξέρουν να «χρυσώνουν» τη θλιβερή πραγματικότητα, να διαστρεβλώνουν την αλήθεια, να εθίζουν το λαό στο πομπώδες και στο χυδαίο, να τον μαθαίνουν να φοβάται το φως της γνώσης και ν’ αρκείται στις «αλήθειες» της άγνοιας.


Δε λείπουν, όμως, από την εποχή μας και οι πόλεμοι και μάλιστα οι πιο βρώμικοι πόλεμοι, μια και οι περισσότεροι «μυρίζουν πετρέλαιο». Ένας πόλεμος, όμως, θέλει τους δικούς του «θεούς», τους δικούς του «ήρωες». Το Χόλυγουντ μπορεί, χάρη σε προικισμένους σκηνοθέτες να μας έδωσε όλη τη φρίκη του βιετναμικού πολέμου («Ελαφοκυνηγός», «Αποκάλυψη τώρα», «Πλατούν»), μας έδωσε, όμως, και το νέο πολεμικό θεό, που σαν Μεσσία ανέμενε ο αμερικανικός λαός, τον διαβόητο Ράμπο! 

Κάθε στρατός γίνεται πιο μαχητικός, όταν πιστεύει πως μέσα στις τάξεις του βρίσκονται ήρωες και ημίθεοι. Οι στρατιώτες βρίσκουν κάποιο «ιδανικό», για να πολεμήσουν, μιμούμενοι το παράδειγμα του «ήρωα». Κι αυτό είναι πολύ βασικό, όταν μάλιστα ο πόλεμος αυτός δε γίνεται για κάποιο ιδανικό.


Αλλ’ ο πόλεμος έχει πολλές μορφές στην εποχή μας. Ο πιο προσοδοφόρος είναι ο πόλεμος των κατασκόπων. Δεν ξέρουμε τι κέρδη αποκομίζουν οι μυστικές υπηρεσίες. Ξέρουμε όμως ότι τα πιο πολλά κέρδη αποκομίζουν οι κινηματογραφικές εταιρίες. Οι ταινίες «Τζέιμς Μποντ» επί 25 χρόνια αποτελούν ένα αξιομελέτητο κοινωνικο-ψυχολογικό φαινόμενο. Ο Πλωτάρχης Τζέιμς Μποντ είναι ο πρώτος τεχνοκράτης-θεός του καιρού μας. Έχει όλες τις «χάρες» που είχαν οι αρχαίοι θεοί αλλ’ επιπλέον διαθέτει τους «κεραυνούς» της σύγχρονης τεχνολογίας. Γι’ αυτό κρατάει ακόμη την πρώτη θέση στη σύγχρονη «μυθολογία». Σε πιο «ρεαλιστικό» επίπεδο κινείται ένας άλλος «θεός» που τον ενσαρκώνει ο ηθοποιός Κλιντ Ήσγουντ, που αποτελεί το ίνδαλμα όλων των κατώτερων αστυνομικών της υφηλίου, οι οποίοι μεταφέρουν τον εαυτό τους στην οθόνη και βλέπουν με αγαλλίαση τον «Βρώμικο Χάρυ» να κάνει αυτά που δεν τους επιτρέπει ο νόμος να κάνουν οι ίδιοι.


Άρα, παντού χρειαζόμαστε θεούς. Ο ένας Θεός δε μας φτάνει. Έτσι, η αγορά μας προσφέρει σε αφθονία θεούς, ακόμη και «θεούς Ι.Χ.», αφού άλλωστε ένα «Ι.Χ.», το αυτοκίνητο KIT, λίγο έλειψε να θεοποιηθεί. Η βιομηχανία ινδαλμάτων ανθεί πρωτίστως σ’ ό,τι έχει σχέση με το θέαμα. Βρισκόμαστε εξάλλου στην εποχή της εικόνας, της εικόνας που είναι αυτοδύναμη και δε χρειάζεται «υποστηρίγματα», για να επιβληθεί. Έτσι, οι θεοί-είδωλα κυριαρχούν στη σκηνή, στην τηλεοπτική και κινηματογραφική οθόνη. Ακόμα και το άκουσμα, το τραγούδι, η μουσική, στις μέρες μας δεν μπορεί να «σταθεί» χωρίς εικόνα. Οι «καλλιτέχνες-θεοί» είναι άτομα μ’ εκκεντρική εμφάνιση, έξαλλα ρούχα, βαμμένα πρόσωπα, τυλιγμένοι με εκτυφλωτικά φώτα, που αναπληρώνουν με τη λάμψη τους την έλλειψη λάμψης ταλέντου.


Και σ’ αυτή την περίπτωση οι «θεοί» του θεάματος δεν παύουν να υπηρετούν τους σκοπούς του Δημιουργού τους. Ο σημερινός Δημιουργός δε λέγεται πια Θεός, λέγεται «μάναντζερ» ή, επί το λαϊκότερον, «ατζέντης». Είναι αυτός που πλάθει τους «χαμοθεούς», όπως έλεγε ο Σκαρίμπας, που θέλγουν τις χαμηλές ορέξεις μας. Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που είδωλο της δεκαετίας μας έχει γίνει το «ανδρόγυνον», αυτό που στην παγκόσμια γλώσσα αποκαλείται «γιούνισεξ». 

Το ίνδαλμα της σκηνής ή της οθόνης, κυρίως όμως της μουσικής, όντας ερμαφρόδιτο, επιτρέπει τη λατρεία και την ταύτιση κάθε κοινού, αντρικού και γυναικείου μαζί. Η λατρεία εκφράζεται στην καθημερινή ζωή μ’ αντιστροφή των παραδοσιακών ενδυμασιών (ενιαίος τύπος ένδυσης γι’ αγόρια και κορίτσια) αλλά και συμπεριφορών. Έτσι τα πρωτεία στην κατανάλωση περιττών ειδών δεν ανήκουν αποκλειστικά στις γυναίκες. Μάλιστα η αγορά καλλυντικών για άνδρες, για πρώτη φορά αρχίζει να ξεπερνά την αγορά των γυναικείων!


Παράλληλα, στην υπηρεσία της βιομηχανίας πρόσκαιρων θεοτήτων έχει σήμερα τεθεί και ο αθλητισμός. Όσο πιο μεγάλες δυνατότητες αγοράς δίνει ένα άθλημα, τόσο περισσότερο προωθείται. Πίσω από τους μεγάλους αθλητές, τις μεγάλες ομάδες βρίσκονται οι μεγάλες εταιρίες. Οι αθλητές γίνονται καλογυμνασμένες μηχανές για την επίτευξη μεγάλων «ρεκόρ», ή μεγάλου «σκορ». Τους περιβάλλουν με ξεχωριστή αίγλη, τους προβάλλουν παντού, για να εξασφαλίσουν όσο το δυνατόν περισσότερους θαυμαστές, μιμητές, αγοραστές, για να αγοραστούν περισσότερα προϊόντα με την υπογραφή τους. 

Πρόσφατα, η εισβολή του μεγάλου κεφαλαίου στον αθλητισμό υπηρετεί κι άλλους σκοπούς. Ο πρώτος είναι εμφανής: όταν οι νέοι, κυρίως, ασχολούνται με πάθος με το αθλητικό θέαμα, δεν ασχολούνται με το πολιτικό πρόβλημα. Κι αυτό, όπως είναι φυσικό, κάποιους βολεύει. Ο δεύτερος στόχος δεν είναι άμεσα ορατός: αγοράζοντας μια ομάδα, «αγοράζεις» και τους οπαδούς της. Κι όποιος μπορεί να χειραγωγεί μια παθιασμένη μάζα, μπορεί να εκβιάζει κάποιες πολιτικές λύσεις που τον υπηρετούν.


Άρα, στο σημερινό Πάνθεον δεν υπάρχουν αγγελούδια. Οι θεοί-είδωλα του καιρού μας λειτουργούν σαν «ψυχοπέδες» και «ψυχοαλυσίδες». Αυτοί που μας τους επιβάλλουν, ξέρουν να μετατρέπουν το τίποτα σε κάτι και αυτό το «κάτι» σε στοιχείο ζωής! Έτσι κανονίζουν τι θα δούμε, τι θα φάμε και τι θα πιούμε, πώς θα ντυθούμε, θα ψυχαγωγηθούμε, θα συμπεριφερθούμε. Αύριο θα μας επιβάλλουν τη «δικτατορία της σκέψης», μια και αυτοί, ελέγχοντας την καινούργια «θρησκεία», θα καθορίζουν σύμφωνα με τα μέτρα τους το κάθε πολιτικό δόγμα, το οποίο υποχρεωτικά θα ασπάζεται το κάθε κόμμα, που έχει φιλοδοξίες εξουσίας. Οι «αιρετικοί» θ’ αποτελούν ένα απλό δημοκρατικό «άλλοθι».


Η συνεχής ανανέωση των «θεών» δείχνει πως οι πόρτες του σύγχρονου Πανθέου είναι για όλους ανοιχτές. Σήμερα, βέβαια, προτιμούνται οι άνθρωποι με τα πολλά ντεσιμπέλ. Το γεγονός ότι ο Ήφαιστος ήταν χωλός κι όμως καθόταν στον Όλυμπο, δείχνει πως κι οι κουτσοί μπορούν να φθάσουν στη θέωση. Συχνά δικαίως. Όμως συχνά στη θέωση έφθασαν φρενοβλαβείς ή ολιγοφρενείς. Π.χ. ο Καλιγούλας, ο Κλαύδιος, ο Χίτλερ. Άρα όλοι μπορούμε κάπου να γίνουμε θεοί!


Όμως, ο Έριχ Φρομ, πάντα δυσάρεστος, μας χαλάει τα σχέδια. Η «ειδωλοκατασκευή», γράφει, δείχνει το βαθμό αλλοτρίωσης του σημερινού ανθρώπου, μια αλλοτρίωση που δε διαφέρει από τη συνήθεια των αγρίων που έσκυβαν το κεφάλι και προσκυνούσαν τον ήλιο. Σήμερα, κρίνοντας την ποιότητα των «προτύπων», δεν προσκυνάμε τον ήλιο αλλά το σκοτάδι.





Από το βιβλίο του 
Σαράντου Ι. Καργάκου:
 «Προβληματισμοί 
– ένας διάλογος με τους νέους.» 
Τόμος Ε΄
GUTENBERG – ΑΘΗΝΑ 1997

via

Pages