Ο D. Ο. Hebb διατύπωσε την ουσία του προβλήματος στον πιο γενικό του τύπο, δηλώνοντας ότιτο μοναδικό πρόβλημα συμπεριφοράς είναι η έλλειψη δραστηριότητας και όχι η δραστηριότητα.Τα σχετικά στοιχεία που ακολουθούν αποδεικνύουν αυτή τη γενική θέση:
- Τα στοιχεία από τη συμπεριφορά των ζώων. Πειράματα και άμεση παρατήρηση δείχνουν ότι πολλά είδη ζώων αναλαμβάνουν δύσκολες δουλειές μ' ευχαρίστηση, ακόμα και όταν δεν τους προσφέρεται υλική ανταμοιβή.
- Πειράματα νευροφυσιολογίας αποδεικνύουν την έμφυτη δραστηριότητα των νευρικών κυττάρων.
- Νηπιακή συμπεριφορά. Πρόσφατες μελέτες δείχνουν ότι τα μικρά νήπια έχουν την ικανότητα και την ανάγκη ν' αντιδρούν ενεργητικά σε πολύπλοκα ερεθίσματα: αυτές οι παρατηρήσεις έρχονται σε αντίθεση με τη θεωρία του Freud ότι το νήπιο δέχεται τα εξωτερικά ερεθίσματα σαν απειλή και κινητοποιεί την επιθετικότητά του για να αποδιώξει αυτή την απειλή.
- Συμπεριφορά της εκμάθησης. Πολλές μελέτες δείχνουν ότι το παιδί κι ο έφηβος είναι τεμπέληδες, γιατί το υλικό της μάθησής τους προσφέρεται με τρόπο ξερό και νεκρό, που είναι αδύνατο να τους ξυπνήσει πραγματικό ενδιαφέρον. Αν εξουδετερωθούν η πίεση και η πλήξη και το υλικό προσφερθεί ζωντανά, τότε μπαίνουν σε κίνηση αξιοσημείωτη δραστηριότητα και πρωτοβουλία.
- Συμπεριφορά της εργασίας. Το κλασικό πείραμα του Ε. Mayo έδειξε ότι μια δουλειά που είναι από την ίδια της τη φύση πληκτική αποκτά ενδιαφέρον, αν οι εργάτες ξέρουν πως παίρνουν μέρος σ' ένα πείραμα, που το διευθύνει ένα άτομο ζωντανό και προικισμένο με την ικανότητα να τους ξυπνήσει την περιέργεια και τη συμμετοχή τους. Το ίδιο αποδείχτηκε σε πολλά εργοστάσια στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Ο διευθυντής έχει για τους εργάτες μια στερεότυπη εικόνα. Οι εργάτες δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για τη δραστήρια συμμετοχή τους στη δουλειά — εκείνο που θέλουν είναι μεγαλύτερα ημερομίσθια. Επομένως, η άμεση συμμετοχή στα κέρδη και όχι η συμμετοχή στη δουλειά είναι ένα κίνητρο για μεγαλύτερη παραγωγικότητα. Οι διευθυντές μπορεί να έχουν δίκιο σχετικά με τις μεθόδους εργασίας που προσφέρουν. Η πείρα όμως έδειξε —κι έπεισε αρκετούς από αυτούς— ότι αν οι εργάτες μπορούν να είναι πραγματικά δραστήριοι, υπεύθυνοι και ενήμεροι του ρόλου τους, τότε κι αυτοί που πρώτα ήταν αδιάφοροι αλλάζουν σημαντικά και παρουσιάζουν εφευρετικότητα, ενεργητικότητα, φαντασία και ικανοποίηση σε μεγάλο βαθμό.
- Ο πλούτος των στοιχείων από την κοινωνική και πολιτική ζωή. Η πεποίθηση ότι οι άνθρωποι δε θέλουν να κάνουν θυσίες είναι αφάνταστα λαθεμένη. Όταν ο Churchill στην αρχή του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου ανάγγειλε ότι αυτό που ζητούσε από τους Βρετανούς ήταν αίμα, ιδρώτας και δάκρυα, δεν το έκανε για να τους απογοητεύσει: αντίθετα, έκανε έκκληση στη βαθιά ριζωμένη επιθυμία των ανθρώπων να κάνουν θυσίες, να δίνουν από τον εαυτό τους. Η αντίδραση των Βρετανών —και των Γερμανών και των Ρώσων— στον χωρίς διάκριση βομβαρδισμό των πυκνοκατοικημένων πόλεων από τους διάφορους εμπόλεμους, αποδεικνύει ότι οι κοινές θυσίες δεν αποδυνάμωσαν το πνεύμα τους, αντίθετα δυνάμωσαν την αντίστασή τους. Αυτοί που πίστευαν ότι οι τρομοκρατικοί βομβαρδισμοί μπορούσαν να σπάσουν το ηθικό του εχθρού και να βοηθήσουν να τελειώσει ο πόλεμος έκαναν λάθος.
Η ανάγκη που νιώθουν οι άνθρωποι να δώσουν και να μοιραστούν και η προθυμία τους να κάνουν θυσίες για τους άλλους υπάρχουν ακόμα ανάμεσα στα μέλη μερικών επαγγελμάτων, όπως οι νοσοκόμοι, οι γιατροί, οι μοναχοί και οι μοναχές. Πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι απ' αυτούς τους επαγγελματίες, μιλάνε μόνο, χωρίς να πιστεύουν, στο σκοπό της βοήθειας και της θυσίας. Παρόλα αυτά, ο χαρακτήρας ορισμένων απ' αυτούς ανταποκρίνεται στις αξίες που επαγγέλλονται. Τις ίδιες ανάγκες τις βρίσκουμε να επιβεβαιώνονται και να εκφράζονται σε πολλά κοινόβια μέσα στους αιώνες, είτε θρησκευτικά είτε σοσιαλιστικά είτε ουμανιστικά. Βρίσκουμε την επιθυμία για δόσιμο στους ανθρώπους που προσφέρουν το αίμα τους (χωρίς πληρωμή), στις περιπτώσεις που οι άνθρωποι διακινδυνεύουν τη ζωή τους για να σώσουν μιαν άλλη. Βρίσκουμε τη θέληση για δόσιμο να εκδηλώνεται στους ανθρώπους που πραγματικά αγαπούν. Η «ψεύτικη αγάπη», δηλαδή ο αμοιβαίος εγωισμός που μοιράζονται δυο άτομα, κάνει τους ανθρώπους πιο εγωιστές (κι αυτό συμβαίνει αρκετά συχνά). Η πραγματική αγάπη μεγαλώνει την ικανότητά μας ν' αγαπάμε και να δίνουμε στους άλλους. Αυτός που αγαπάει πραγματικά, αγαπάει ολόκληρο τον κόσμο, μέσα από την αγάπη του/της για ένα συγκεκριμένο πρόσωπο.
Η ανθρώπινη επιθυμία για ένωση με άλλους ανθρώπους, είναι ριζωμένη στις ειδικές συνθήκες ύπαρξης που χαρακτηρίζουν το ανθρώπινο είδος, και είναι ένα από τα δυνατότερα κίνητρα της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Συνδυάζοντας την ελάχιστη, ενστικτώδη αποφασιστικότητα και τη μέγιστη ανάπτυξη της λογικής ικανότητας, εμείς οι άνθρωποι χάσαμε την αρχέγονη ενότητα με τη φύση. Για να μη νιώθουμε τέλεια απομονωμένοι —πράγμα που θα μας καταδίκαζε στην τρέλα— χρειαζόμαστε μια νέα ενότητα: με τους συνανθρώπους μας, με τη φύση. Αυτή η ανθρώπινη ανάγκη για ενότητα με άλλους ανθρώπους πραγματώνεται με πολλούς τρόπους: μέσα από το συμβιωτικό δεσμό με τη μητέρα, μ' ένα είδωλο, με τη φυλή του καθενός, το έθνος του, την τάξη του, τη θρησκεία του, το σύλλογό του, την επαγγελματική του οργάνωση. Συχνά βέβαια, αυτοί οι δεσμοί μπλέκονται μεταξύ τους και παίρνουν μια μορφή έκστασης — όπως συμβαίνει στα μέλη ορισμένων θρησκευτικών δογμάτων ή στον όχλο που ετοιμάζεται να λιντσάρει κάποιον, ή στα ξεσπάσματα της εθνικής υστερίας σε περίπτωση πολέμου. Για παράδειγμα, όταν άρχισε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, συνέβη μια από τις πιο δραστικές μορφές της «ένωσης». Ξαφνικά, από τη μια μέρα στην άλλη, οι άνθρωποι εγκατέλειψαν χρόνων πεποιθήσεις για ειρήνη, αντιμιλιταρισμό, σοσιαλισμό. Οι επιστήμονες ξέχασαν τη μακρόχρονη παιδεία τους γι' αντικειμενικότητα, κριτική σκέψη και αμεροληψία, για να ενωθούν με το μεγάλο Εμείς.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι η συχνότητα και η έκταση της επιθυμίας για μοίρασμα, δόσιμο και θυσία, δεν είναι κάτι που μας παραξενεύει, αν συλλογιστούμε τις συνθήκες ύπαρξης του ανθρώπινου είδους. Εκείνο που παραξενεύει είναι ότι αυτή η ανάγκη έχει τόσο καταπιεστεί, που τελικά οι εγωιστικές πράξεις είναι κανόνας στις βιομηχανικές (και άλλες) κοινωνίες, ενώ οι πράξεις αλληλεγγύης είναι η εξαίρεση. Αλλά κατά ένα παράδοξο τρόπο, αυτό ακριβώς το φαινόμενο προκαλείται από την ανάγκη για ένωση. Μια κοινωνία που έχει σαν αρχές της την κατοχή, το κέρδος και την ιδιοκτησία φτιάχνει ένα κοινωνικό χαρακτήρα προσανατολισμένο προς το έχει. Από τη στιγμή που το κυρίαρχο σχήμα έχει διαμορφωθεί, κανένας δε θέλει να βρίσκεται έξω απ' αυτό, να είναι στην ουσία ένας απόβλητος. Για ν' αποφύγει αυτό τον κίνδυνο, το άτομο προσαρμόζεται στην πλειοψηφία, που τα μέλη της έχουν σαν μοναδικό κοινό σημείο τον αμοιβαίο τους ανταγωνισμό.