Παραλογισμός σε λογική βάση
ΜαρτυρίαΗ Μ., 22 ετών, περιγράφει τη δική της εμπειρία όταν επιχείρησε να μπει σε ένα εμπορικό κέντρο: «Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά, οι παλάμες μου ίδρωναν και νόμιζα ότι δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Ο κόσμος γύρω μου με έπνιγε. Ήθελα να τρέξω μακριά, αλλά δεν ήξερα πώς. Ένιωθα ότι θα πεθάνω».
ZoomΠρόκειται για την πιο συνηθισμένη φοβία, η οποία αφορά κατά βάση γυναίκες. Μπορεί να εμφανιστεί ξαφνικά ή να εγκατασταθεί σταδιακά, ενώ η κορύφωσή της παρουσιάζεται συνήθως στην αρχή της ενήλικης ζωής. Πρόκειται για «ύπουλη» διαταραχή, αφού μπορεί να ατονήσει για ένα διάστημα και να κάνει την εμφάνισή της μετά από καιρό. Για να μιλάμε για αγοραφοβία, πρέπει να υπάρχουν περισσότερα από ένα επεισόδια.
ΜαρτυρίαΗ Σ., 35 ετών, είχε βιώσει μια παρόμοια κατάσταση: «Πάντα ήμουν ντροπαλή και δυσκολευόμουν στις συναναστροφές μου. Έτρεμα στην ιδέα ότι θα βρεθώ στο επίκεντρο της προσοχής, γι’ αυτό και απέφευγα όσο μπορούσα τις εξόδους. Ένα “ατύχημα” σε ένα πάρτι -έριξα το ποτό πάνω στο φόρεμά μου- με “καθήλωσε” για περίπου ένα μήνα στο σπίτι. Ευτυχώς, με τη βοήθεια ειδικού, συνειδητοποίησα το πρόβλημά μου και άρχισα να το αντιμετωπίζω».
ZoomΤη διαταραχή αυτή τη βλέπουμε συχνά στην παιδική ηλικία, ενώ μπορεί να μετεξελιχθεί κατά την ενήλικη ζωή. Αρκετά παιδιά φοβούνται τις συναναστροφές με συμμαθητές τους, αγχώνονται όταν έρχονται επισκέπτες στο σπίτι ή στην περίπτωση που χρειαστεί να σηκώσουν το τηλέφωνο.
- Τα κλειστά μέρη (κλειστοφοβία), π.χ. το ασανσέρ, το αεροπλάνο, το θέατρο, το τούνελ.
- Τα ζώα, π.χ. τις αράχνες, τα περιστέρια, τα σκυλιά.
- Το αίμα και τις ενέσεις.
- Το ύψος (υψοφοβία).
- Το θάνατο.
ZoomΤέτοιους είδους φοβίες εμφανίζονται σε οποιαδήποτε ηλικία και συνήθως, αν δεν αντιμετωπιστούν, διαρκούν εφ’ όρου ζωής.
- Αρκετές είναι οι επιστημονικές μελέτες που τονίζουν τη σημασία της κληρονομικότητας. Η θεωρία αυτή υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι είναι βιολογικά «προγραμματισμένοι» να φοβούνται π.χ. επικίνδυνα ζώα, όπως τα δηλητηριώδη ερπετά, ή καταστάσεις που θα μπορούσαν να είναι επικίνδυνες, όπως το σκοτάδι, ώστε να διασφαλίσουν την επιβίωσή τους. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, άνθρωποι με οικογενειακό ιστορικό αγχωδών διαταραχών (π.χ. φοβίες) έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν και οι ίδιοι ανάλογα προβλήματα.
- Αρκετοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι οι φοβίες είναι αποτέλεσμα μάθησης. Το άτομο, δηλαδή, μπορεί να «μάθει» να φοβάται, επειδή ήρθε αντιμέτωπο με ένα ερέθισμα το οποίο έχει συνδέσει με αρνητικά συναισθήματα από δικό του βίωμα («Με δάγκωσε σκύλος») ή από εμπειρία κάποιου τρίτου («Τον παππού μου τον δάγκωσε σκύλος»).
- Βέβαια, ουσιαστικό ρόλο παίζει και η προσωπικότητα του καθενός, το πώς ερμηνεύει, δηλαδή, τον κόσμο και τις καταστάσεις. Δύο άνθρωποι που εκτίθενται στο ίδιο ερέθισμα, μπορεί να αντιδράσουν διαφορετικά και η αντίδραση αυτή είναι που καθορίζει τελικά κατά πόσο θα έχει κανείς φυσιολογική ζωή και ψυχική λειτουργία.
- Πλέον κατάλληλη για την αντιμετώπιση της φοβίας θεωρείται η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία. Πρόκειται για βραχεία θεραπεία (διαρκεί γύρω στους 6 μήνες), η οποία επικεντρώνεται στο παρόν πρόβλημα του ατόμου και πραγματοποιείται από εξειδικευμένο ψυχολόγο. Αφού δημιουργηθεί η κατάλληλη σχέση συνεργασίας μεταξύ θεραπευτή και θεραπευομένου (αφού αναπτυχθεί, δηλαδή, μεταξύ τους εμπιστοσύνη και αμοιβαίος σεβασμός), ο θεραπευόμενος καλείται να παρατηρήσει τον εαυτό του την ώρα που φοβάται: Τι είναι αυτό που φοβάται, πώς νιώθει, τι συμβαίνει στο σώμα του, πώς συμπεριφέρεται, τι αποφεύγει; Το άτομο, δηλαδή, παρατηρεί τον εαυτό του σε διαφορετικά επίπεδα, τα οποία οι ειδικοί ονομάζουν τα «4 Σ»: Σκέψη, Συναίσθημα, Σώμα, Συμπεριφορά. Στη συνέχεια, συζητά τις σκέψεις του, μαθαίνει τεχνικές χαλάρωσης και τελικά φτάνει στο σημείο να εκτεθεί στο φόβο του και εκτός συνεδρίας.
- Η ψυχαναλυτική ψυχοθεραπεία είναι, επίσης, χρήσιμη. Η βασική της διαφορά με τη γνωσιακή συμπεριφορική είναι ότι πρόκειται για μια πολύ πιο μακροπρόθεσμη θεραπεία, η οποία δεν επικεντρώνεται μόνο στη φοβία, αλλά προσπαθεί μέσα από μια αναλυτική προσέγγιση να αντιμετωπίσει μεταξύ άλλων και τη συγκεκριμένη φοβία.
- Φαρμακευτική αγωγή (ηρεμιστικά, αγχολυτικά ή αντικαταθλιπτικά) δίνεται από ψυχίατρο μόνο σε περιπτώσεις που η φοβία συνοδεύεται από κρίσεις πανικού ή που τα συμπτώματα καθιστούν την καθημερινότητα ιδιαίτερα δύσκολη (π.χ. μια αγοραφοβία που καθηλώνει το άτομο στο σπίτι του). Η λήψη φαρμάκων γίνεται για μικρό χρονικό διάστημα και συνήθως συνοδεύεται με μία από τις παραπάνω θεραπείες.
Do it yourselfΜια παγιωμένη φοβική κατάσταση αντιμετωπίζεται με τη βοήθεια ειδικού. Όταν, όμως, η φοβία δεν έχει προλάβει να εξελιχθεί και δεν επηρεάζει την καθημερινότητα του ατόμου, τότε υπάρχουν αρκετοί απλοί τρόποι να ανακόψουμε την πορεία της.
- Επίμονος, υπερβολικός ή παράλογος φόβος.
- Το άτομο παραδέχεται ότι ο φόβος του είναι υπερβολικός, αλλά δεν μπορεί να τον αντιμετωπίσει.
- Το άτομο αποφεύγει με κάθε τρόπο το αντικείμενο της φοβίας του, φανερά («Δεν θέλω να μπω στο αεροπλάνο») ή κρυφά («Προτιμώ να πάω στο θέατρο μαζί με κάποιον, να κάθομαι στην εξωτερική θέση κλπ.»).
- Η έκθεση του ατόμου στο ερέθισμα που προκαλεί φόβο μπορεί να πυροδοτήσει μια κρίση πανικού.
- Η διάρκεια των συμπτωμάτων στα παιδιά και στους εφήβους αγγίζει τους 6 μήνες.