Η δίκη του Χριστού - Point of view

Εν τάχει

Η δίκη του Χριστού




Λόγω των ημερών, αναδημοσιεύουμε το παρόν κείμενο που αποτελεί βραχεία αλλά πλήρη   επιστημονική προσέγγιση του Θείου Δράματος της Σταύρωσης  και καλούμε τους φίλους και αναγνώστες του Θεόδοτου να το μελετήσουν με προσοχή ιδιαίτερη. Το επιτελείο του μπλογκ, παράλληλα, εύχεται σε όλους τους Ἐλληνες αλλά και τους Χριστιανούς επήλυδες Καλή Ανάσταση και τέλος των δεινών τα οποία, ιδίως κατά την τελευταία δεκαετία, πλήττουν το σύνολο των Λαών της ευρωπαϊκής μας ηπείρου.
                                                                                                                                                      Θεόδοτος

 
Aπεικόνιση της δίκης του Χριστού

 Γράφει ο Δημήτρης Μιχαλόπουλος

Τον τελευταίο καιρό γίνεται μεγάλος λόγος σχετικώς με τον «Ιουδαιοχριστιανισμό». Οπαδοί αυτού του τερατώδους κατασκευάσματος εμφανίζονται πια να είναι όχι μόνο η Ελληνοορθόδοξη Εκκλησία (κάτι που, δεδομένης της ιστορίας της,  δεν προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση) αλλά και η Ρωμαιοκαθολική. Το όλο «σύστημα» βασίζεται σε δύο «επιχειρήματα»: α) Ο Χριστός ήταν Εβραίος· και β) οι Ιουδαίοι δεν ήταν υπεύθυνοι για τη Σταύρωσή Του. Ας δούμε λοιπόν πώς έχουν τα πράγματα.
                                                                                                    Α΄
Κατά πρώτο και κύριο λόγο –και παρά το όσα έχει γράψει η Πηνελόπη Δέλτα στον Τρελαντώνη (σελ. 92-93)- ο Χριστός δεν ήταν Εβραίος, γιατί στην εποχή Του δεν υπήρχανε πια Εβραίοι. Μετά, πράγματι, τον θάνατο του Σολομώντος, γυιου του Δαυίδ, κατά το έτος 933 π.Χ., το βασίλειό του διχάστηκε: το νότιο τμήμα, με τη φυλή του Ιούδα και ένα μέρος εκείνης του Βενιαμίν, αποτέλεσε το βασίλειο του Ιούδα με πρωτεύουσα τα Ιεροσόλυμα· και το υπόλοιπο, με τις υπόλοιπες δέκα φυλές (το άλλο μισό τής του Βενιαμίν είχε χαθεί) και πρωτεύουσα τη Σαμάρεια, συνέχισε να λέγεται βασίλειο του Ισραήλ. (Γ΄ Βασιλειών, κ΄ 18, κβ΄1-2.) Αυτές οι δέκα φυλές όμως αποτέλεσαν –και αποτελούν- μέγα πρόβλημα, γιατί κάποια στιγμή εξαφανίστηκαν! Το 722 π.Χ.,  ως γνωστόν, οι Ασσύριοι κατέλαβαν τη Σαμάρεια, αιχμαλώτισαν το σύνολο του εκεί εβραϊκού πληθυσμού και, στη συνέχεια, διασκόρπισαν αυτούς τους ανθρώπους στα «όρη της Μηδίας» και σε άλλες περιοχές της επικράτειάς τους. (Δ΄ Βασιλειών, ιζ΄ 6.) Από τότε δεν υπάρχουνε πια Εβραίοι αλλά μόνον Ιουδαίοι, οι οποίοι παρέμειναν στο βασίλειο του Ιούδα και συνέχισαν να είναι υπήκοοι των διαδόχων του Δαυίδ και του Σολομώντος. Όσον αφορά, τώρα, τις δέκα χαμένες φυλές, έχουν διατυπωθεί υποθέσεις πολλές και διάφορες· το πιθανότερο, πάντως, είναι ότι αφομοιώθηκαν από τους πληθυσμούς εν μέσω των οποίων εγκαταστάθηκαν και… χάθηκαν δια παντός. Από τότε, από το 722 π.Χ. δηλαδή, δεν υπάρχουνε πια Εβραίοι αλλά μόνο Ιουδαίοι. Να γιατί, λοιπόν, μεταξύ των σημερινών Ιουδαίων υπάρχουνε σοβαρές αντιρρήσεις ως προς την ονομασία «Ισραήλ» του σύγχρονου ιουδαϊκού Κράτους. Πώς, πράγματι, είναι δυνατόν να λέγεται το Κράτος αυτό «Κράτος του Ισραήλ», εφόσον ο πληθυσμός του αποτελείται μόνο από Ιουδαίους και αλλόφυλους προσήλυτους; 
Φίλιππος & Ναθαναήλ


    Το θέμα μας, όμως, τώρα είναι: Μήπως ο Χριστός ήταν Ιουδαίος; Μία και μόνη απάντηση χωρεί σε αυτό: Όχι! Ο Χριστός, πράγματι, γεννήθηκε στη Βηθλεέμ. Έστω και αν υποτεθεί, όμως, πως η εν λόγω Βηθλεέμ ήταν εκείνη της Ιουδαίας και όχι η άλλη, της Γαλιλαίας, η καταγωγή Του ήταν από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας, όπου και πέρασε τα παιδικά Του χρόνια. (Κατά Λουκάν, β΄ 39-40). Να γιατί, όταν ο Φίλιππος, ένας από τους πρώτους μαθητές Του,  συνάντησε τον Ναθαναήλ και του εξήγησε ότι είχε επιτέλους βρεθεί Εκείνος που επί αιώνες αναμενόταν, δηλαδή ο Ιησούς ο από Ναζαρέτ, ο Ναθαναήλ έκανε την –εκπληκτική- ερώτηση: «Τι το καλό μπορεί να προκύψει από τη Ναζαρέτ;» (Κατά Ιωάννην, α΄ 47.)  Το κομβικό σημείο, κατά συνέπεια, είναι γιατί ο Ναθαναήλ τόσο πολύ αμφέβαλλε πως «κάτι καλό» μπορούσε να βγει από τη Ναζαρέτ.

    Για τους εξοικειωμένους με την Ιστορία της Παλαιστίνης, η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι πολύ εύκολη. Ο ίδιος ο Ναθαναήλ πρώτα-πρώτα είχε δύο ονόματα: λεγότανε και Βαρθολομαίος. Την εποχή του Χριστού όμως δύο ονόματα παίρνανε στη Γαλιλαία μόνο όσοι ήταν Ιουδαίοι «καθαρόαιμοι». Ἔτσι αβιάστως προκύπτει ένα άλλο ερώτημα: Οι Γαλιλαίοι που δεν ήταν Ιουδαίοι «καθαρόαιμοι» τι ήτανε; 


            Η απάντηση σε αυτό βρίσκεται στην ετυμολογία του γεωγραφικού όρου «Γαλιλαία». Ο όρος προέρχεται από τις εβραϊκές λέξεις Galîl ha-Gôim, που σημαίνει «Περιοχή των αλλοφύλων». (Ιωήλ, δ΄4· Α΄ Μακκαβαίων, ε΄15.) Ποιοι, τώρα, ήταν οι αλλόφυλοι; Κυρίως οι Φιλισταίοι, δηλαδή οι Παλαιστίνιοι, που τουλάχιστον μια φορά στην Παλαιά Διαθήκη θεωρούνται Έλληνες. (Ησαΐας, θ΄ 11-12.) Δεν είναι καθόλου περίεργο, πάντως, αυτοί οι Έλληνες να είχαν υποστεί πρόσμειξη με Σκύθες, οι οποίοι είχανε καταλάβει, κατά τον 7ο  αιώνα π.Χ., για ένα διάστημα, την Παλαιστίνη – καθώς και ευρύτερες περιοχές της Ασίας (Ηροδότου Κλειώ, 104-106)- και φεύγοντας άφησαν εκεί  πληθυσμιακά κατάλοιπα. Έτσι μπορεί και να εξηγηθεί εν μέρει βέβαια και η συγκράτηση που, σε αντίθεση με τους σημιτικούς λαούς γενικώς, διέπει τον Χριστιανισμό όσον αφορά το γενετήσιο ένστικτο. (Ιπποκράτους, Περί αέρων, υδάτων, τόπων, 21-22· Ηροδότου Κλειώ, 105.) Όπως και να είναι πάντως, η Γαλιλαία, βόρεια από τη Σαμάρεια και δυτικά από τον ποταμό Ιορδάνη, ποτέ δεν είχε ούτε εβραϊκό ούτε ιουδαϊκό πληθυσμό. Μία πολύ περιορισμένη εγκατάσταση Ιουδαίων έγινε εκεί κατά τα έτη 135-105 π.Χ., όταν το ιουδαϊκό Κράτος, που περνούσε τις τελευταίες αναλαμπές του, θέλησε να θωρακιστεί εναντίον επίδοξων εχθρών. Προσέφυγε λοιπόν η ηγεσία τού εν λόγω Κράτους σε μέτρο πρωτοφανές: υποχρέωσαν τους αλλοφύλους της Γαλιλαίας να ασπαστούν την ιουδαϊκή θρησκεία. Μετά  την ολοκλήρωση αυτής της αναγκαστικής μεταστροφής, λίγοι Ιουδαίοι εγκαταστάθηκαν εκεί, μα, για να ξεχωρίζουν από τους ντόπιους, είχανε δύο ονόματα (όπως ο Ναθαναήλ-Βαρθολομαίος που λέγαμε). Ο διαχωρισμός αυτός ήτανε αναγκαίος, επειδή οι «αυθεντικοί» Ιουδαίοι δεν δέχονταν  τους «νεοφώτιστους» Γαλιλαίους ως ισότιμους. Οι Γαλιλαίοι ήτανε πια Ιουδαίοι θρησκευτικώς αλλά όχι φυλετικώς. Ξεχώριζαν μάλιστα από τους «καθαρόαιμους» Ιουδαίους, επειδή δεν μπορούσαν να προφέρουνε ορισμένους φθόγγους. Να γιατί ο Πέτρος αναγνωρίστηκε ως μαθητής του Χριστού από την ομιλία του. (Κατά Μάρκον, ιδ΄ 70.)
H προδοσία του Ιούδα

          Κατά συνέπεια, οι «καθαρόαιμοι» Ιουδαίοι ήταν τελείως αδύνατον να δεχτούν τον Ιησού ως «Μεσσία» δηλαδή Χριστό του Θεού. Έτσι εξηγείται και η φράση του Ναθαναήλ «Τι το καλό μπορεί να προκύψει από τη Ναζαρέτ» - και, βεβαίως, έτσι ερμηνεύεται και η επίμονη προσπάθεια εκείνων των Ευαγγελιστών που απευθύνονταν κυρίως σε Ιουδαίους να «αποδείξουν» ότι ο Χριστός καταγόταν από τη γενιά του Δαυίδ, ότι μπήκε στα Ιεροσόλυμα πάνω σε γαϊδουράκι (ζώο ιερό για τους Ιουδαίους) και άλλα τέτοια. Το εάν, βέβαια, ο Χριστός καταγόταν από τη γενιά του Δαυίδ και του Σολομώντος καθώς και το κατά πόσον μπήκε στα Ιεροσόλυμα πάνω σε γάιδαρο ή όχι εμάς τους Έλληνες καθόλου δεν μας νοιάζουνε. Άλλο μας ενδιαφέρει: Ότι από τους Δώδεκα μαθητές του Χριστού, οι Δέκα ήτανε Γαλιλαίοι, ένας Ιουδαίος της Γαλιλαίας και μόνο ένας «Ιουδαίος καθαρόαιμος». Ποιος ήταν αυτός; Μα ποιος άλλος; Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης που –κυριολεκτικώς- Τον πούλησε.

                                                                                                      Β΄

Το 1984, ο Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος, καθηγητής της Λατινικής Φιλολογίας στη Φιλοσοφική Σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών από το 1964 έως το 1977, οπότε συνταξιοδοτήθηκε, δημοσίευσε το βιβλίο του Η Δίκη του Χριστού υπό το φως των Ευαγγελίων και της επιστήμης. Πρόκειται για μία εξονυχιστική-και μοναδική, στο βαθμό που σήμερα γνωρίζουμε- ανάλυση της Δίκης του Χριστού· όσα ακολουθούν, κατά συνέπεια, εν πολλοίς βασίζονται σε περίληψη του βιβλίου αυτού που από εμένα έγινε το 2008. (Εξυπακούεται ότι και τα δύο βιβλία, τόσο εκείνο του Κ. Ηλιόπουλου όσο και μικρό,  το δικό μου, περάσανε απαρατήρητα.) 

       Κατά πρώτο λόγο, η Δίκη του Χριστού πράγματι έγινε. Για λόγους  θρησκευτικούς όμως, τα δεδομένα των πηγών σκοπίμως διαστρεβλώθηκαν. Ας δούμε λοιπόν τα δεδομένα αυτά:
      1. Ο Πόντιος Πιλάτος, ήταν απλώς διοικητής (procurator) της Ιουδαίας, επαρχίας μικρής. Είχε όμως το περίφημο ius gladii, δηλαδή το δικαίωμα εκτέλεσης θανατικών ποινών – έστω και αν η ποινή αυτή είχε επιβληθεί από τους Ιουδαίους. Αυτό είναι κάτι που σαφέστατα φαίνεται στα ευαγγελικά κείμενα  (Κατά Ιωάννην, ιη΄ 31 και ιθ΄ 10) αλλά σκοπίμως αποσιωπάται – ιδίως σήμερα.


προτομή του Πόντιου Πιλάτου
      2. Η Ιουδαία είχε κατακτηθεί από τους Ρωμαίους (συγκεκριμένα τον Γναίο Πομπήιο) το 63 π.Χ., αλλά ο πληθυσμός της, χάρη στον Ιούλιο Καίσαρα, είχε θεωρηθεί «εταίρος και φίλος του Ρωμαϊκού Λαού».  Το καθεστώς αυτό δεν διαφοροποιήθηκε ούτε μετά τη λίγο πριν από τη γέννηση του Χριστού ολοκλήρωση της προσάρτησης της Ιουδαίας στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι Ιουδαίοι, πράγματι, απολάμβαναν, στην ουσία, ελευθερία απόλυτη, ενώ παράλληλα οι θεσμοί τους ακωλύτως λειτουργούσανε, επειδή οι Ρωμαίοι συστηματικώς απέφευγαν οποιαδήποτε παρέμβαση τόσο στον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τους βίο. Μπορούσαν ακόμη και να επιβάλουν θανατική ποινή, αλλά δεν είχαν, όπως ήδη τονίστηκε, το δικαίωμα να την εκτελέσουν. Ειδικώς αυτό το τελευταίο δικαίωμα  το είχε μόνο ο Ρωμαίος διοικητής – εν προκειμένω ο Πόντιος Πιλάτος – ο οποίος όμως, προηγουμένως, έπρεπε να επικυρώσει τη σχετική απόφαση, δηλαδή να αποδεχτεί το σκεπτικό της.

       3. Κατά την εποχή του Ιησού Χριστού, οι Ιουδαίοι είχανε πλήρως διαμορφωμένο δικονομικό σύστημα, που μάλιστα διεπόταν από πνεύμα ευνοϊκό προς τον κατηγορούμενο. Όχι μόνο όμως κανένας από τους ιουδαϊκούς δικονομικούς κανόνες δεν τηρήθηκε στην περίπτωση του Ιησού Χριστού, αλλά η απόφαση για τη θανάτωσή Του είχε παρθεί πριν ακόμα από τη δίκη Του. (Κατά Ματθαίον, κστ΄ 4· κατά Μάρκον, ιδ΄ 55.) Γιατί; Διότι τα αισθήματα των Ιουδαίων κατά του Χριστού συνοψίζονται σε δύο μόνο λέξεις: θεολογικό μίσος (odium theologicum), δηλαδή το ισχυρότερο συναίσθημα που μπορεί να εκδηλώσει ο ιουδαϊκός λαός.  Και τούτο, επειδή ο Χριστός είχε αποφασιστικώς πλήξει την καρδιά της θρησκευτικής τους λατρείας: τον ναό των Ιεροσολύμων. (Κατά Μάρκον, ια΄ 17 · κατά Λουκάν, κα΄ 5-6· κατά Ιωάννην,  δ΄ 21, 23-24.) Κατά συνέπεια, ο Χριστός όχι μόνο απειλούσε τα κοινωνικά και οικονομικά συμφέροντα του ιουδαϊκού ιερατείου, αλλά και ευλόγως προκαλούσε σε αυτό την υποψία ότι σκόπευε να εγκαταστήσει μια νέα τάξη πραγμάτων, μία νέα θρησκεία, τελείως διαφορετική από τον Ιουδαϊσμό. Και στο σημείο αυτό, βέβαια, πρέπει ιδιαιτέρως να τονιστεί το ότι, μέχρι σήμερα, «χριστός» για τους Ιουδαίους είναι ο Κύρος Β΄, ιδρυτής του βασιλείου των Περσών – ακριβώς επειδή επέτρεψε την ανοικοδόμηση του ναού των Ιεροσολύμων, που προηγουμένως είχε καταστραφεί. (Ησαΐας, με΄ 1.) Η ιουδαϊκή ηγεσία λοιπόν δεν ήταν διατεθειμένη να αποδεχτεί θρησκευτική προσωπικότητα (και μάλιστα Γαλιλαίο) που καταφερόταν εναντίον του εν λόγω ναού·  άρα ο Χριστός έπρεπε να θανατωθεί – και μάλιστα όχι με λιθοβολισμό, συνήθη τρόπο θανάτωσης στους Εβραίους/Ιουδαίους (κατά Ιωάννην, η΄ 59, ι΄ 31 και 33, ια΄ 8) αλλά με σταύρωση, ποινή δηλαδή κατεξοχήν ατιμωτική (Δευτερονόμιον, κα΄ 22-23).  Το ζήτημα λοιπόν ήταν ένα και μόνο: Πώς θα κατάφερναν να πετύχουν,  από τον Πόντιο Πιλάτο, τη με σταύρωση θανατική εκτέλεση του Ιησού Χριστού.


H σταύρωση από τον El Greco
      4. Για να το πετύχουνε αυτό, προσέθεσαν στην κατά του Χριστού θρησκευτική κατηγορία και άλλη μία, πολιτική – τελείως πλαστή· πως δηλαδή ο Χριστός έλεγε ότι ήταν «βασιλιάς» και απέτρεπε τους Ιουδαίους από του να δίνουνε τους θεσπισμένους φόρους στον αυτοκράτορα της Ρώμης. (Κατά Λουκάν, κγ΄2.) Ο Πιλάτος, φυσικά, δεν πείστηκε, οπότε οι Ιουδαίοι, προκειμένου να δούνε τον Χριστό πάνω στον Σταυρό, μεταχειρίστηκαν άλλο σύνηθες σε αυτούς μέσο· τον εκβιασμό. Το πώς, τώρα, εκβιάστηκε ο Πιλάτος είναι και ενδιαφέρον αλλά και διδακτικό

      Ο Πιλάτος λεγόταν έτσι (Pilatus), είτε γιατί ο πατέρας του είχε πάρει, λόγω διάκρισής του σε πολεμικές επιχειρήσεις, τιμητικό ακόντιο (pilum) ή επειδή καταγόταν από απελευθερωμένους δούλους, οι οποίοι φορούσανε χαρακτηριστικό κόκκινο σκούφο (pileum). Είναι γνωστό πάντως ότι ανέλαβε τη διοίκηση της Ιουδαίας το έτος 26 μ. Χ. και έμεινε στη θέση αυτήν έως το 36 μ.Χ. Η ιστορικότητα του προσώπου του σήμερα είναι πέρα από κάθε αμφιβολία. Τη θέση του, τώρα, ο Πιλάτος την είχε πάρει χάρη στον προστάτη του Σηιανό, αρχηγό της αυτοκρατορικής φρουράς επί Τιβερίου (διαδόχου του Αυγούστου). Χάρη στον Σηιανό, μάλιστα, είχε παραχωρηθεί στον Πιλάτο το προνόμιο να έχει μαζί του, στην Ιουδαία, τη σύζυγό του – κάτι που κανονικώς απαγορευόταν. Επιπλέον, του είχε δοθεί ο τίτλος «Φίλος του Καίσαρος» και, συνακολούθως, το δικαίωμα να φοράει χρυσό δακτυλίδι με την εικόνα του αυτοκράτορα Τιβέριου πάνω σε αυτό. 

      Όλα αυτά πολύ καλά τα ξέρανε οι Ιουδαίοι των Ιεροσολύμων και, φυσικά, ο Καϊάφας, μέγας αρχιερέας τους. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται το κλειδί της όλης ιστορίας.  Κατά την εποχή της Σταύρωσης, ο Σηιανός είχε πια βρεθεί ένοχος συνωμοσίας κατά του  Τιβέριου και είχε θανατωθεί· ο Πόντιος Πιλάτος, κατά συνέπεια, είχε χάσει τον προστάτη του και, επιπλέον, βρισκότανε σε θέση ιδιαιτέρως επισφαλή. Έτσι υποχρεώθηκε από τους Ιουδαίους να «παραδεχτεί» την κατηγορία τους κατά του Ιησού Χριστού, εφόσον αυτοί τού εξηγήσανε με σαφήνεια και ωμότητα ότι, εάν δεν Τον σταύρωνε, θα θεωρούσανε πως δεν ήτανε πια «Φίλος του Καίσαρος». (Κατά Ιωάννην, ιθ΄ 12.) Ή, για να το πούμε διαφορετικά: Εάν ο Πιλάτος δεν αποδεχόταν το –τελείως αβάσιμο- πολιτικό σκέλος τής εναντίον τού Χριστού ιουδαϊκής κατηγορίας, θα γινόταν ο ίδιος (ο Πιλάτος) αντικείμενο σε βάρος του καταγγελίας στον αυτοκράτορα. Το αποτέλεσμα; Λόγω της μετά τη θανατική εκτέλεση τού Σηιανού επισφαλέστατης θέσης του, ο Πιλάτος υπέκυψε και αναγκάστηκε να διατάξει τη Σταύρωση του Χριστού. 

      Με λίγα λόγια, ο Χριστός υπήρξε θύμα πολιτικής συκοφαντίας. Θανατώθηκε λόγω «εγκλήματος» τελείως φανταστικού – πως δηλαδή είχε επιβουλευθεί την κυριαρχία στην Παλαιστίνη του αυτοκράτορα Τιβέριου· σκοτώθηκε με την κατηγορία της «ανταρσίας». Η κατηγορία αυτή ούτε καν είχε τεθεί, ενόσω ο Χριστός «ανακρινόταν» από το ιουδαϊκό συνέδριο. Εκτοξεύθηκε μόνο, όταν, μετά την «προσαγωγή» του Χριστού στον Πιλάτο, οι Ιουδαίοι κατανόησαν ότι αυτός ο τελευταίος είχε συγκινηθεί από την όλη προσωπικότητα του Ιησού και τα λόγια Του. Οπότε τού είπανε το φοβερό: «Εάν τον αφήσεις, δεν θα είσαι πια φίλος του Καίσαρος». Και ο εκβιασμός έπιασε, λόγω της προηγούμενης  πτώσης τού Σηιανού - σε συνδυασμό με το γεγονός  ότι και στο παρελθόν οι Ιουδαίοι είχανε κάνει αναφορά κατά του Πιλάτου στον αυτοκράτορα, που όμως είχε επισύρει απλή επίπληξη του πρώτου από τον δεύτερο. Τώρα όμως, εάν ξαναέκαναν εναντίον του αναφορά, λόγω της εν τω μεταξύ πολιτικής μεταβολής, ήτανε σίγουρο ότι αυτή θα είχε δραματικές για τον Πόντιο Πιλάτο συνέπειες.

                                                                                     *  *  *
Ελάχιστα είναι τα σημεία που χρειάζονται περαιτέρω διευκρινήσεις. Πρώτα-πρώτα, πρέπει να εξαρθεί το γεγονός ότι ο Πόντιος Πιλάτος είχε, κατά τους πρώτους αιώνες του βίου της Εκκλησίας, ιδιαιτέρως εκτιμηθεί από τους Χριστιανούς – με αποτέλεσμα να θεωρηθεί ακόμα και άγιος. (Λέγεται μάλιστα πως ο τάφος του βρισκότανε κάπου στη σημερινή Γαλλία.) Αργότερα, βέβαια, ξεχάστηκε – με αποτέλεσμα ο Αδόλφος Χίτλερ να διερωτάται: «Μα από κι ως πού βρέθηκε στο Σύμβολο της Πίστεως ο Πόντιος Πιλάτος;» Νομίζω ότι, χάρη στα παραπάνω, η απάντηση σε αυτό το τελευταίο ερώτημα είναι πια εύκολη και σαφής. (Στο Πιστεύω άλλωστε λέγεται επί και όχι υπό Ποντίου Πιλάτου.)
O λιθοβολισμός του Πρωτομάρτυρα Στέφανου

     Και κάτι άλλο – το τελευταίο: Λίγα χρόνια μετά τη Σταύρωση, το έτος 36 συγκεκριμένα, εκτελέστηκε με λιθοβολισμό ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος. Όπως ήδη είπαμε, ο λιθοβολισμός ήταν συνήθης ιουδαϊκός τρόπος θανατικής εκτέλεσης. Πώς όμως είχανε τότε πια οι Ιουδαίοι το δικαίωμα να σκοτώνουνε, εφόσον ειδικώς αυτό το είχε μόνο ο Ρωμαίος διοικητής της χώρας τους; Η – επιστημονική- ερμηνεία του γεγονότος έχει δοθεί εδώ και πολλές δεκαετίες από τον Ernest Renan: Η χαλαρότητα της ρωμαϊκής διοίκησης στην Ιουδαία επέτρεψε τελικώς τους Ιουδαίους να σφετεριστούν και δικαίωμα που δεν ήταν δικό τους. Οι Ρωμαίοι, απηυδισμένοι, δεν αντέδρασαν – έως ότου χρειάστηκε, για να ηρεμήσουν, γενικώς, τα πράγματα, να καταστρέψουνε, το 70 μ. Χ.,  τα Ιεροσόλυμα  και, βεβαίως, τον εκεί ιουδαϊκό ναό. Και έτσι, βέβαια εκπληρώθηκε η προφητεία του Χριστού (κατά Λουκάν, κα΄ 6): «Δεν θα μείνει ούτε πέτρα πάνω σε πέτρα…».
Θεόδοτος

Pages