Β Πε. β' 1-22
Ψευδοπροφήτες και ψευδοδιδάσκαλοι | |
1 Ἐγένοντο δὲ καὶ ψευδοπροφῆται ἐν τῷ λαῷ, ὡς καὶ ἐν ὑμῖν ἔσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οἵτινες παρεισάξουσιν αἱρέσεις ἀπωλείας, καὶ τὸν ἀγοράσαντα αὐτοὺς δεσπότην ἀρνούμενοι ἐπάγοντες ἑαυτοῖς ταχινὴν ἀπώλειαν· 2 καὶ πολλοὶ ἐξακολουθήσουσιν αὐτῶν ταῖς ἀσελγείαις, δι᾿ οὓς ἡ ὁδὸς τῆς ἀληθείας βλασφημηθήσεται· 3 καὶ ἐν πλεονεξίᾳ πλαστοῖς λόγοις ὑμᾶς ἐμπορεύσονται, οἷς τὸ κρῖμα ἔκπαλαι οὐκ ἀργεῖ, καὶ ἡ ἀπώλεια αὐτῶν οὐ νυστάξει. 4 εἰ γὰρ ὁ Θεὸς ἀγγέλων ἁμαρτησάντων οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ σειραῖς ζόφου ταρταρώσας παρέδωκεν εἰς κρίσιν τηρουμένους, 5 καὶ ἀρχαίου κόσμου οὐκ ἐφείσατο, ἀλλὰ ὄγδοον Νῶε δικαιοσύνης κήρυκα ἐφύλαξε, κατακλυσμὸν κόσμῳ ἀσεβῶν ἐπάξας, 6 καὶ πόλεις Σοδόμων καὶ Γομόρρας τεφρώσας καταστροφῇ κατέκρινεν, ὑπόδειγμα μελλόντων ἀσεβεῖν τεθεικώς, 7 καὶ δίκαιον Λὼτ καταπονούμενον ὑπὸ τῆς τῶν ἀθέσμων ἐν ἀσελγείᾳ ἀναστροφῆς ἐρρύσατο· 8 βλέμματι γὰρ καὶ ἀκοῇ ὁ δίκαιος, ἐγκατοικῶν ἐν αὐτοῖς, ἡμέραν ἐξ ἡμέρας ψυχὴν δικαίαν ἀνόμοις ἔργοις ἐβασάνιζεν· 9 οἶδε Κύριος εὐσεβεῖς ἐκ πειρασμοῦ ρύεσθαι, ἀδίκους δὲ εἰς ἡμέραν κρίσεως κολαζομένους τηρεῖν, 10 μάλιστα δὲ τοὺς ὀπίσω σαρκὸς ἐν ἐπιθυμίᾳ μιασμοῦ πορευομένους καὶ κυριότητος καταφρονοῦντας. τολμηταί, αὐθάδεις! δόξας οὐ τρέμουσι βλασφημοῦντες, 11 ὅπου ἄγγελοι, ἰσχύϊ καὶ δυνάμει μείζονες ὄντες, οὐ φέρουσι κατ᾿ αὐτῶν παρὰ Κυρίῳ βλάσφημον κρίσιν. 12 οὗτοι δέ, ὡς ἄλογα ζῷα φυσικὰ γεγενημένα εἰς ἅλωσιν καὶ φθοράν, ἐν οἷς ἀγνοοῦσι βλασφημοῦντες, ἐν τῇ φθορᾷ αὐτῶν καταφθαρήσονται, 13 κομιούμενοι μισθὸν ἀδικίας, ἡδονὴν ἡγούμενοι τὴν ἐν ἡμέρᾳ τρυφήν, σπίλοι καὶ μῶμοι, ἐντρυφῶντες ἐν ταῖς ἀπάταις αὐτῶν, συνευωχούμενοι ὑμῖν, 14 ὀφθαλμοὺς ἔχοντες μεστοὺς μοιχαλίδος καὶ ἀκαταπαύστους ἁμαρτίας, δελεάζοντες ψυχὰς ἀστηρίκτους, καρδίαν γεγυμνασμένην πλεονεξίας ἔχοντες, κατάρας τέκνα! 15 καταλιπόντες εὐθεῖαν ὁδὸν ἐπλανήθησαν, ἐξακολουθήσαντες τῇ ὁδῷ τοῦ Βαλαὰμ τοῦ Βοσόρ, ὃς μισθὸν ἀδικίας ἠγάπησεν, 16 ἔλεγξιν δὲ ἔσχεν ἰδίας παρανομίας· ὑποζύγιον ἄφωνον ἐν ἀνθρώπου φωνῇ φθεγξάμενον ἐκώλυσε τὴν τοῦ προφήτου παραφρονίαν. 17 οὗτοί εἰσι πηγαὶ ἄνυδροι, νεφέλαι ὑπὸ λαίλαπος ἐλαυνόμεναι, οἷς ὁ ζόφος τοῦ σκότους εἰς αἰῶνα τετήρηται. 18 ὑπέρογκα γὰρ ματαιότητος φθεγγόμενοι δελεάζουσιν ἐν ἐπιθυμίαις σαρκὸς ἀσελγείαις τοὺς ὄντως ἀποφυγόντας τοὺς ἐν πλάνῃ ἀναστρεφομένους, 19 ἐλευθερίαν αὐτοῖς ἐπαγγελλόμενοι, αὐτοὶ δοῦλοι ὑπάρχοντες τῆς φθορᾶς· ᾧ γάρ τις ἥττηται, τούτῳ καὶ δεδούλωται. 20 εἰ γὰρ ἀποφυγόντες τὰ μιάσματα τοῦ κόσμου ἐν ἐπιγνώσει τοῦ Κυρίου καὶ σωτῆρος ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τούτοις δὲ πάλιν ἐμπλακέντες ἡττῶνται, γέγονεν αὐτοῖς τὰ ἔσχατα χείρονα τῶν πρώτων. 21 κρεῖττον γὰρ ἦν αὐτοῖς μὴ ἐπεγνωκέναι τὴν ὁδὸν τῆς δικαιοσύνης ἢ ἐπιγνοῦσιν ἐπιστρέψαι ἐκ τῆς παραδοθείσης αὐτοῖς ἁγίας ἐντολῆς. 22 συμβέβηκε δὲ αὐτοῖς τὸ τῆς ἀληθοῦς παροιμίας, κύων ἐπιστρέψας ἐπὶ τὸ ἴδιον ἐξέραμα, καί, ὗς λουσαμένη εἰς κύλισμα βορβόρου. | 1 Υπήρξαν όμως και ψευδοπροφήτες μεταξύ του λαού, όπως και μεταξύ σας θα υπάρχουν ψευδοδιδάσκαλοι, οι οποίοι θα εισαγάγουν κρυφά αιρέσεις απώλειας και θα αρνιούνται και το Δεσπότη που τους αγόρασε, επιφέροντας στους εαυτούς τους γρήγορη απώλεια. 2 Και πολλοί θα τους ακολουθήσουν στις ασέλγειές τους, εξαιτίας των οποίων η οδός της αλήθειας θα βλαστημηθεί. 3 Και με πλεονεξία θα σας εμπορεύονται με πλαστά λόγια. γι’ αυτούς η καταδίκη από παλιά δεν αργεί και η απώλειά τους δε νυστάζει. 4 Γιατί αν ο Θεός δε λυπήθηκε αγγέλους που αμάρτησαν, αλλά με αλυσίδες ζόφου τους έριξε στον τάρταρο και τους παράδωσε να φυλάγονται για κρίση. 5 και αν τον αρχαίο κόσμο δε λυπήθηκε, αλλά φύλαξε το Νώε που ήταν όγδοος με άλλους εφτά, τον κήρυκα της δικαιοσύνης, όταν επέφερε κατακλυσμό στον κόσμο των ασεβών. 6 και αν τις πόλεις των Σοδόμων και της Γομόρρας τις αποτέφρωσε και τις κατέκρινε με καταστροφή έχοντας θέσει παράδειγμα για μελλοντικούς ασεβείς. 7 και αν το δίκαιο Λωτ, που τον καταπονούσε η ασελγή συμπεριφορά των ασεβών, έσωσε 8 – γιατί με το βλέμμα και με την ακοή του ο δίκαιος που κατοικούσε μεταξύ τους βασάνιζε από ημέρα σε ημέρα τη δίκαιη ψυχή του από τα άνομα έργα τους – 9 συμπεραίνεται πως ξέρει ο Κύριος τους ευσεβείς να τους σώζει από τον πειρασμό, ενώ τους άδικους να τους διατηρεί σε τιμωρία για την ημέρα της κρίσης, 10 και μάλιστα εκείνους που πορεύονται πίσω από τη σάρκα με μολυσμένη επιθυμία και καταφρονούν την κυριαρχία του Θεού. Είναι θρασείς, αυθάδεις, δεν τρέμουν όταν βλαστημούν Δόξες, 11 ενώ οι άγγελοι, που είναι μεγαλύτεροι σε ισχύ και σε δύναμη, δεν προφέρουν εναντίον τους μπροστά στον Κύριο βλάστημη κρίση. 12 Αυτοί, όμως, σαν ζώα χωρίς λογικό γεννημένα από τη φύση, για να τρώνε και να κοπρίζουν, αυτά που αγνοούν βλαστημούν, και θα καταστραφούν μέσα στη διαφθορά τους 13 και θα ζημιωθούν με μισθό ζημίας. Θεωρούν ηδονή την καθημερινή καλοπέραση, είναι κηλίδες και ντροπές και εντρυφούν άσωτα μέσα στις απάτες τους καθώς τρώνε μαζί σας. 14 Έχουν οφθαλμούς γεμάτους μοιχεία και ακατάπαυστους από αμαρτία, δελεάζουν ψυχές αστήρικτες, έχουν καρδιά γυμνασμένη στην πλεονεξία. είναι τέκνα κατάρας. 15 Αφού εγκατέλειψαν την ευθεία οδό, πλανήθηκαν και ακολούθησαν την οδό του Βαλαάμ, γιου του Βοσόρ, ο οποίος αγάπησε μισθό αδικίας. 16 Ελέγχτηκε όμως για τη δική του παρανομία: ένα άφωνο υποζύγιο μίλησε με φωνή ανθρώπου και εμπόδισε την παραφροσύνη του προφήτη. 17 Αυτοί είναι πηγές άνυδρες και ομίχλες που τις παρασύρει η λαίλαπα, για τους οποίους έχει διατηρηθεί ο ζόφος του σκότους. 18 Γιατί, όταν μιλούν δυνατά τα μάταια υπέρογκα λόγια τους, δελεάζουν με σαρκικές επιθυμίες σε ασέλγειες αυτούς που πριν από λίγο είχαν αποφύγει όσους ζουν μέσα στην πλάνη. 19 Τους υπόσχονται ελευθερία, ενώ αυτοί οι ίδιοι είναι δούλοι της διαφθοράς. γιατί από όποιον κανείς έχει ηττηθεί, σε αυτόν έχει υποδουλωθεί. 20 Γιατί λοιπόν, αν πάλι ηττώνται από αυτά, επειδή μπλέχτηκαν στα δίχτυα τους, αφού απόφυγαν τα μιάσματα του κόσμου με την επίγνωση του Κυρίου μας και σωτήρα Ιησού Χριστού, έχει γίνει σ’ αυτούς η τελευταία κατάσταση χειρότερη από την πρώτη. 21 Γιατί θα ήταν καλύτερα γι’ αυτούς να μην είχαν γνωρίσει καλά την οδό της δικαιοσύνης παρά, αφού τη γνώρισαν καλά, να στραφούν πίσω στην αμαρτία από την άγια εντολή που τους παραδόθηκε. 22 Έχει συμβεί σ’ αυτούς αυτό που λέει η αληθινή παροιμία: Σκύλος που επέστρεψε στο δικό του ξέρασμα, και: Η γουρούνα μόλις λούστηκε επιστρέφει, για να κυλιστεί στο βόρβορο. |