Απ. κα' 1-27
Καινούργιος ουρανός και καινούργια γη | |
1 Καὶ εἶδον οὐρανὸν καινὸν καὶ γῆν καινήν· ὁ γὰρ πρῶτος οὐρανὸς καὶ ἡ πρώτη γῆ ἀπῆλθον, καὶ ἡ θάλασσα οὐκ ἔστιν ἔτι. 2 καὶ τὴν πόλιν τὴν ἁγίαν ῾Ιερουσαλὴμ καινὴν εἶδον καταβαίνουσαν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ, ἡτοιμασμένην ὡς νύμφην κεκοσμημένην τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς. 3 καὶ ἤκουσα φωνῆς μεγάλης ἐκ τοῦ οὐρανοῦ λεγούσης· ἰδοὺ ἡ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ μετὰ τῶν ἀνθρώπων, καὶ σκηνώσει μετ᾿ αὐτῶν, καὶ αὐτοὶ λαὸς αὐτοῦ ἔσονται, καὶ αὐτὸς ὁ Θεὸς μετ᾿ αὐτῶν ἔσται, 4 καὶ ἐξαλείψει ἀπ᾿ αὐτῶν ὁ Θεὸς πᾶν δάκρυον ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτῶν, καὶ ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι, οὔτε πένθος οὔτε κραυγὴ οὔτε πόνος οὐκ ἔσται ἔτι· ὅτι τὰ πρῶτα ἀπῆλθον. 5 Καὶ εἶπεν ὁ καθήμενος ἐπὶ τῷ θρόνῳ· ἰδοὺ καινὰ ποιῶ πάντα. καὶ λέγει μοι· γράψον, ὅτι οὗτοι οἱ λόγοι πιστοὶ καὶ ἀληθινοί εἰσι. 6 καὶ εἶπέ μοι· γέγονεν. ἐγὼ τὸ Α καὶ τὸ Ω, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος. ἐγὼ τῷ διψῶντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεάν. 7 ὁ νικῶν, ἔσται αὐτῷ ταῦτα, καὶ ἔσομαι αὐτῷ Θεὸς καὶ αὐτὸς ἔσται μοι υἱός. 8 τοῖς δὲ δειλοῖς καὶ ἀπίστοις καὶ ἐβδελυγμένοις καὶ φονεῦσι καὶ πόρνοις καὶ φαρμακοῖς καὶ εἰδωλολάτραις καὶ πᾶσι τοῖς ψευδέσι τὸ μέρος αὐτῶν ἐν τῇ λίμνῃ τῇ καιομένῃ ἐν πυρὶ καὶ θείῳ, ὅ ἐστιν ὁ θάνατος ὁ δεύτερος. | 1 Και είδα καινούργιο ουρανό και καινούργια γη. Γιατί ο πρώτος ουρανός και η πρώτη γη έφυγαν και η θάλασσα δεν υπάρχει πια. 2 Και την πόλη, την άγια Ιερουσαλήμ, καινούργια την είδα να κατεβαίνει από τον ουρανό, από το Θεό, ετοιμασμένη σαν νύφη κοσμημένη για τον άντρα της. 3 Και άκουσα φωνή μεγάλη από το θρόνο να λέει: «Ιδού η σκηνή του Θεού μαζί με τους ανθρώπους και θα κατασκηνώσει μαζί τους, και αυτοί θα είναι λαοί του και ο ίδιος ο Θεός μαζί τους θα είναι δικός τους Θεός. 4 Και θα εξαλείψει κάθε δάκρυ από τους οφθαλμούς τους, και ο θάνατος δε θα υπάρχει πια ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος δε θα υπάρχει πια. γιατί τα πρώτα έφυγαν». 5 Και είπε αυτός που κάθεται πάνω στο θρόνο: «Ιδού, καινούργια τα κάνω όλα». Και λέει: «Γράψε, γιατί αυτοί οι λόγοι είναι πιστοί και αληθινοί». 6 Και μου είπε: «Έχουν γίνει. Εγώ είμαι το Άλφα και το Ωμέγα, η αρχή και το τέλος. Εγώ σ’ αυτόν που διψά θα δώσω από την πηγή του νερού της ζωής δωρεάν. 7 Αυτός που νικά θα κληρονομήσει αυτά, και θα είμαι σ’ αυτόν Θεός και αυτός θα μου είναι γιος. 8 Αλλά για τους δειλούς και άπιστους και βδελυρούς και φονιάδες και πόρνους και μάγους και ειδωλολάτρες και για όλους τους ψεύτες, το μέρος τους θα είναι μέσα στη λίμνη που καίγεται με φωτιά και θειάφι: αυτό είναι ο θάνατος ο δεύτερος». |
Η καινούργια Ιερουσαλήμ | |
9 Καὶ ἦλθεν εἷς τῶν ἑπτὰ ἀγγέλων τῶν ἐχόντων τὰς ἑπτὰ φιάλας τὰς γεμούσας τῶν ἑπτὰ πληγῶν τῶν ἐσχάτων, καὶ ἐλάλησε μετ᾿ ἐμοῦ λέγων· δεῦρο δείξω σοι τὴν νύμφην τὴν γυναῖκα τοῦ ἀρνίου. 10 καὶ ἀπήνεγκέ με ἐν πνεύματι ἐπ᾿ ὄρος μέγα καὶ ὑψηλόν, καὶ ἔδειξέ μοι τὴν πόλιν τὴν ἁγίαν ῾Ιερουσαλὴμ καταβαίνουσαν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ, 11 ἔχουσαν τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ· ὁ φωστὴρ αὐτῆς ὅμοιος λίθῳ τιμιωτάτῳ, ὡς λίθῳ ἰάσπιδι κρυσταλλίζοντι· 12 ἔχουσα τεῖχος μέγα καὶ ὑψηλόν, ἔχουσα πυλῶνας δώδεκα, καὶ ἐπὶ τοῖς πυλῶσιν ἀγγέλους δώδεκα, καὶ ὀνόματα ἐπιγεγραμμένα, ἅ ἐστιν ὀνόματα τῶν δώδεκα φυλῶν τῶν υἱῶν ᾿Ισραήλ. 13 ἀπ᾿ ἀνατολῶν πυλῶνες τρεῖς, καὶ ἀπὸ βορρᾶ πυλῶνες τρεῖς, καὶ ἀπὸ νότου πυλῶνες τρεῖς, καὶ ἀπὸ δυσμῶν πυλῶνες τρεῖς. 14 καὶ τὸ τεῖχος τῆς πόλεως ἔχον θεμελίους δώδεκα, καὶ ἐπ᾿ αὐτῶν δώδεκα ὀνόματα τῶν δώδεκα ἀποστόλων τοῦ ἀρνίου. 15 Καὶ ὁ λαλῶν μετ᾿ ἐμοῦ εἶχε μέτρον κάλαμον χρυσοῦν, ἵνα μετρήσῃ τὴν πόλιν καὶ τοὺς πυλῶνας αὐτῆς καὶ τὸ τεῖχος αὐτῆς. 16 καὶ ἡ πόλις τετράγωνος κεῖται, καὶ τὸ μῆκος αὐτῆς ὅσον καὶ τὸ πλάτος. καὶ ἐμέτρησε τὴν πόλιν ἐν τῷ καλάμῳ ἐπὶ σταδίους δώδεκα χιλιάδων· τὸ μῆκος καὶ τὸ πλάτος καὶ τὸ ὕψος αὐτῆς ἴσα ἐστί. 17 καὶ ἐμέτρησε τὸ τεῖχος αὐτῆς ἑκατὸν τεσσαράκοντα τεσσάρων πηχῶν, μέτρον ἀνθρώπου, ὅ ἐστιν ἀγγέλου. 18 καὶ ἦν ἡ ἐνδόμησις τοῦ τείχους αὐτῆς ἴασπις, καὶ ἡ πόλις χρυσίον καθαρόν, ὅμοιον ὑάλῳ καθαρῷ. 19 οἱ θεμέλιοι τοῦ τείχους τῆς πόλεως παντὶ λίθῳ τιμίῳ κεκοσμημένοι· ὁ θεμέλιος ὁ πρῶτος ἴασπις, ὁ δεύτερος σάπφειρος, ὁ τρίτος χαλκηδών, ὁ τέταρτος σμάραγδος, 20 ὁ πέμπτος σαρδόνυξ, ὁ ἕκτος σάρδιον, ὁ ἕβδομος χρυσόλιθος, ὁ ὄγδοος βήρυλλος, ὁ ἔνατος τοπάζιον, ὁ δέκατος χρυσόπρασος, ὁ ἑνδέκατος ὑάκινθος, ὁ δωδέκατος ἀμέθυστος. 21 καὶ οἱ δώδεκα πυλῶνες δώδεκα μαργαρῖται· ἀνὰ εἷς ἕκαστος τῶν πυλώνων ἦν ἐξ ἑνὸς μαργαρίτου. καὶ ἡ πλατεῖα τῆς πόλεως χρυσίον καθαρὸν ὡς ὕαλος διαυγής. 22 Καὶ ναὸν οὐκ εἶδον ἐν αὐτῇ· ὁ γὰρ Κύριος ὁ Θεὸς ὁ παντοκράτωρ ναὸς αὐτῆς ἐστι, καὶ τὸ ἀρνίον. 23 καὶ ἡ πόλις οὐ χρείαν ἔχει τοῦ ἡλίου οὐδὲ τῆς σελήνης ἵνα φαίνωσιν αὐτῇ· ἡ γὰρ δόξα τοῦ Θεοῦ ἐφώτισεν αὐτήν, καὶ ὁ λύχνος αὐτῆς τὸ ἀρνίον. 24 καὶ περιπατήσουσι τὰ ἔθνη διὰ τοῦ φωτὸς αὐτῆς, καὶ οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς φέρουσι τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν αὐτῶν εἰς αὐτήν, 25 καὶ οἱ πυλῶνες αὐτῆς οὐ μὴ κλεισθῶσιν ἡμέρας· νὺξ γὰρ οὐκ ἔσται ἐκεῖ· 26 καὶ οἴσουσι τὴν δόξαν καὶ τὴν τιμὴν τῶν ἐθνῶν εἰς αὐτήν. 27 καὶ οὐ μὴ εἰσέλθῃ εἰς αὐτὴν πᾶν κοινὸν καὶ ὁ ποιῶν βδέλυγμα καὶ ψεῦδος, εἰ μὴ οἱ γεγραμμένοι ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου. | 9 Και ήρθε ένας από τους εφτά αγγέλους που είχαν τις εφτά φιάλες, που ήταν γεμάτες με τις εφτά πληγές τις έσχατες, και μίλησε μαζί μου λέγοντας: «Έλα, θα σου δείξω τη νύφη, τη γυναίκα του Αρνίου». 10 Και με μετέφερε μέσα σε πνευματική έκσταση πάνω σε όρος μεγάλο και ψηλό και μου έδειξε την πόλη, την άγια Ιερουσαλήμ, να κατεβαίνει από τον ουρανό, από το Θεό, 11 έχοντας την δόξα του Θεού. Η λάμψη του φωτός της είναι όμοια με πολυτιμότατο λίθο σαν λίθο ίασπη που κρυσταλλίζει. 12 Έχει τείχος μεγάλο και ψηλό, έχει δώδεκα πύλες και πάνω στις πύλες δώδεκα αγγέλους, και ονόματα είναι γραμμένα πάνω στις πύλες, που είναι τα ονόματα των δώδεκα φυλών των γιων Ισραήλ. 13 Από ανατολή τρεις πύλες και από βορρά τρεις πύλες και από νότο τρεις πύλες και από δυτικά τρεις πύλες. 14 Και το τείχος της πόλης έχει δώδεκα θεμέλιους λίθους και πάνω τους τα δώδεκα ονόματα των δώδεκα αποστόλων του Αρνίου. 15 Κι αυτός που μιλούσε μαζί μου είχε για μέτρο καλάμι χρυσό, για να μετρήσει την πόλη και τις πύλες της και το τείχος της. 16 Και η πόλη κείτεται τετράγωνη, και το μήκος της είναι όσο και το πλάτος. Και μέτρησε την πόλη με το καλάμι. εκτεινόταν σε δώδεκα χιλιάδες στάδια. Το μήκος και το πλάτος και το ύψος της είναι ίσα. 17 Και μέτρησε το τείχος της: ήταν εκατόν σαράντα τέσσερις πήχες με μέτρο ανθρώπινο, που είναι του αγγέλου. 18 Και η εσωτερική δομή του τείχους της είναι από ίασπη και η πόλη από χρυσάφι καθαρό όμοιο με γυαλί καθαρό. 19 Οι θεμέλιοι λίθοι του τείχους της πόλης είναι κοσμημένοι με κάθε πολύτιμο λίθο. Ο θεμέλιος ο πρώτος είναι ίασπης, ο δεύτερος ζαφείρι, ο τρίτος χαλκηδόνιο, ο τέταρτος σμαράγδι, 20 ο πέμπτος σαρδόνυχας, ο έκτος σάρδιο, ο έβδομος χρυσόλιθος, ο όγδοος βήρυλλος, ο ένατος τοπάζι, ο δέκατος χρυσόπρασος, ο ενδέκατος υάκινθος, ο δωδέκατος αμέθυστος. 21 Και οι δώδεκα πύλες είναι δώδεκα μαργαριτάρια. καθεμιά ξεχωριστά από τις πύλες ήταν από ένα μαργαριτάρι. Και η πλατεία της πόλης είναι χρυσάφι καθαρό σαν γυαλί διαυγές. 22 Και ναό δεν είδα μέσα σ’ αυτή, γιατί ο Κύριος ο Θεός ο Παντοκράτορας είναι ναός της, και το Αρνίο. 23 Και η πόλη δεν έχει ανάγκη τον ήλιο ούτε τη σελήνη, για να φέγγουν σ’ αυτή, γιατί η δόξα του Θεού φώτισε αυτήν και ο λύχνος της είναι το Αρνίο. 24 Και θα περπατήσουν τα έθνη με το φως της, και οι βασιλιάδες της γης θα φέρουν τη δόξα τους σ’ αυτή. 25 Και οι πύλες της δε θα κλειστούν την ημέρα, γιατί νύχτα δε θα υπάρχει εκεί. 26 Και θα φέρνουν τη δόξα και την τιμή των εθνών σ’ αυτή. 27 Και δε θα εισέλθει σ’ αυτήν κανένα πράγμα ακάθαρτο και όποιος κάνει βδέλυγμα και ψέμα παρά μόνο οι γραμμένοι στο βιβλίο της ζωής του Αρνίου. |