Ρωμ. ια' 1-36
Το υπόλειμμα του Ισραήλ | |
1 Λέγω οὖν, μὴ ἀπώσατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ; μὴ γένοιτο· καὶ γὰρ ἐγὼ ᾿Ισραηλίτης εἰμί, ἐκ σπέρματος ᾿Αβραάμ, φυλῆς Βενιαμίν. 2 οὐκ ἀπώσατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ ὃν προέγνω. ἢ οὐκ οἴδατε ἐν ᾿Ηλίᾳ τί λέγει ἡ γραφή, ὡς ἐντυγχάνει τῷ Θεῷ κατὰ τοῦ ᾿Ισραὴλ λέγων; 3 Κύριε, τοὺς προφήτας σου ἀπέκτειναν καὶ τὰ θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν, κἀγὼ ὑπελείφθην μόνος, καὶ ζητοῦσι τὴν ψυχήν μου. 4 ἀλλὰ τί λέγει αὐτῷ ὁ χρηματισμός; κατέλιπον ἐμαυτῷ ἑπτακισχιλίους ἄνδρας, οἵτινες οὐκ ἔκαμψαν γόνυ τῷ Βάαλ. 5 οὕτως οὖν καὶ ἐν τῷ νῦν καιρῷ λεῖμμα κατ᾿ ἐκλογὴν χάριτος γέγονεν. 6 εἰ δὲ χάριτι, οὐκέτι ἐξ ἔργων· ἐπεὶ ἡ χάρις οὐκέτι γίνεται χάρις. εἰ δὲ ἐξ ἔργων, οὐκέτι ἐστὶ χάρις· ἐπεὶ τὸ ἔργον οὐκέτι ἐστὶν ἔργον. 7 Τί οὖν; ὃ ἐπιζητεῖ ᾿Ισραήλ, τοῦτο οὐκ ἐπέτυχεν, ἡ δὲ ἐκλογὴ ἐπέτυχεν· οἱ δὲ λοιποὶ ἐπωρώθησαν, 8 καθὼς γέγραπται· ἔδωκεν αὐτοῖς ὁ Θεὸς πνεῦμα κατανύξεως, ὀφθαλμοὺς τοῦ μὴ βλέπειν καὶ ὦτα τοῦ μὴ ἀκούειν, ἕως τῆς σήμερον ἡμέρας. 9 καὶ Δαυῒδ λέγει· γενηθήτω ἡ τράπεζα αὐτῶν εἰς παγίδα καὶ εἰς θήραν καὶ εἰς σκάνδαλον καὶ εἰς ἀνταπόδομα αὐτοῖς· 10 σκοτισθήτωσαν οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν τοῦ μὴ βλέπειν, καὶ τὸν νῶτον αὐτῶν διὰ παντὸς σύγκαμψον. | 1 Λέω, λοιπόν, μήπως απώθησε ο Θεός το λαό του; Είθε να μη γίνει! Γιατί κι εγώ είμαι Ισραηλίτης, από το σπέρμα του Αβραάμ, από τη φυλή του Βενιαμίν. 2 Δεν απώθησε ο Θεός το λαό του που προγνώρισε. Ή δεν ξέρετε τι λέει η Γραφή στο μέρος που αναφέρει για τον Ηλία, πώς αναφέρεται στο Θεό κατά του Ισραήλ; 3 «Κύριε, τους προφήτες σου σκότωσαν, τα θυσιαστήριά σου κατάστρεψαν εντελώς, κι εγώ μόνος απόμεινα και ζητούν τη ζωή μου». 4 Αλλά τι λέει σ’ αυτόν ο χρησμός; Άφησα για τον εαυτό μου εφτά χιλιάδες άντρες, που δε γονάτισαν στην εικόνα του Βάαλ. 5 Έτσι, λοιπόν, και στο σημερινό καιρό έχει υπάρξει υπόλειμμα σύμφωνα με την εκλογή της χάρης. 6 Αν όμως είναι με χάρη, δε είναι πια από έργα, αλλιώς η χάρη δεν είναι πια χάρη. 7 Τι θα πούμε λοιπόν; Ό,τι επιζητεί ο Ισραήλ, αυτό δεν πέτυχε, οι εκλεγμένοι όμως το πέτυχαν. και οι λοιποί πωρώθηκαν, 8 καθώς είναι γραμμένο: Τους έδωσε ο θεός πνεύμα νάρκωσης, μάτια να μη βλέπουν και αυτιά να μην ακούν ως τη σημερινή ημέρα. 9 Και ο Δαβίδ λέει: Ας γίνει το τραπέζι τους παγίδα και ενέδρα, και σκάνδαλο και ανταπόδοσή τους. 10 Ας σκοτιστούν τα μάτια τους, για να μη βλέπουν, και κύρτωσε τα νώτα τους για πάντα. |
Η σωτηρία των εθνών | |
11 Λέγω οὖν, μὴ ἔπταισαν ἵνα πέσωσι; μὴ γένοιτο· ἀλλὰ τῷ αὐτῶν παραπτώματι ἡ σωτηρία τοῖς ἔθνεσιν, εἰς τὸ παραζηλῶσαι αὐτούς. 12 εἰ δὲ τὸ παράπτωμα αὐτῶν πλοῦτος κόσμου καὶ τὸ ἥττημα αὐτῶν πλοῦτος ἐθνῶν, πόσῳ μᾶλλον τὸ πλήρωμα αὐτῶν; 13 ῾Υμῖν γὰρ λέγω τοῖς ἔθνεσιν. ἐφ᾿ ὅσον μέν εἰμι ἐγὼ ἐθνῶν ἀπόστολος, τὴν διακονίαν μου δοξάζω, 14 εἴ πως παραζηλώσω μου τὴν σάρκα καὶ σώσω τινὰς ἐξ αὐτῶν. 15 εἰ γὰρ ἡ ἀποβολὴ αὐτῶν καταλλαγὴ κόσμου, τίς ἡ πρόσληψις εἰ μὴ ζωὴ ἐκ νεκρῶν; 16 εἰ δὲ ἡ ἀπαρχὴ ἁγία, καὶ τὸ φύραμα· καὶ εἰ ἡ ρίζα ἁγία, καὶ οἱ κλάδοι. 17 Εἰ δέ τινες τῶν κλάδων ἐξεκλάσθησαν, σὺ δὲ ἀγριέλαιος ὢν ἐνεκεντρίσθης ἐν αὐτοῖς καὶ συγκοινωνὸς τῆς ρίζης καὶ τῆς πιότητος τῆς ἐλαίας ἐγένου, 18 μὴ κατακαυχῶ τῶν κλάδων· εἰ δὲ κατακαυχᾶσαι, οὐ σὺ τὴν ρίζαν βαστάζεις, ἀλλ᾿ ἡ ρίζα σέ. 19 ἐρεῖς οὖν· ἐξεκλάσθησαν οἱ κλάδοι, ἵνα ἐγὼ ἐγκεντρισθῶ. 20 καλῶς· τῇ ἀπιστίᾳ ἐξεκλάσθησαν, σὺ δὲ τῇ πίστει ἕστηκας. μὴ ὑψηλοφρόνει, ἀλλὰ φοβοῦ· 21 εἰ γὰρ ὁ Θεὸς τῶν κατὰ φύσιν κλάδων οὐκ ἐφείσατο, μή πως οὐδὲ σοῦ φείσεται. 22 ἴδε οὖν χρηστότητα καὶ ἀποτομίαν Θεοῦ, ἐπὶ μὲν τοὺς πεσόντας ἀποτομίαν, ἐπὶ δὲ σὲ χρηστότητα, ἐὰν ἐπιμείνῃς τῇ χρηστότητι· ἐπεὶ καὶ σὺ ἐκκοπήσῃ. 23 καὶ ἐκεῖνοι δέ, ἐὰν μὴ ἐπιμείνωσι τῇ ἀπιστίᾳ, ἐγκεντρισθήσονται· δυνατὸς γὰρ ὁ Θεός ἐστι πάλιν ἐγκεντρίσαι αὐτούς, 24 εἰ γὰρ σὺ ἐκ τῆς κατὰ φύσιν ἐξεκόπης ἀγριελαίου καὶ παρὰ φύσιν ἐνεκεντρίσθης εἰς καλλιέλαιον, πόσῳ μᾶλλον οὗτοι οἱ κατὰ φύσιν ἐγκεντρισθήσονται τῇ ἰδίᾳ ἐλαίᾳ; | 11 Λέω, λοιπόν, μήπως σκόνταψαν, για να πέσουν; Είθε να μη γίνει! Αλλά με το παράπτωμά τους η σωτηρία ήρθε στα έθνη, για να τους παρακινήσει σε ζηλοτυπία. 12 Και αν το παράπτωμά τους είναι πλούτος για τον κόσμο και η ήττα τους είναι πλούτος για τα έθνη, πόσο μάλλον η πλήρης προσέλευσή τους! 13 Λέω λοιπόν σ’ εσάς τους εθνικούς: Βεβαιότατα, εφόσον εγώ είμαι απόστολος των εθνών, δοξάζω τη διακονία μου 14 μήπως παρακινήσω σε ζηλοτυπία τους κατά σάρκα ομοεθνείς μου και σώσω μερικούς από αυτούς. 15 Γιατί, αν η αποβολή τους επέφερε συμφιλίωση στον κόσμο, τι θα είναι η πρόσληψή τους παρά ζωή από τους νεκρούς; 16 Αν λοιπόν η απαρχή είναι άγια, θα είναι και η ζύμη. Και αν η ρίζα είναι άγια, θα είναι και τα κλαδιά. 17 Αν όμως μερικά από τα κλαδιά αποκόπηκαν, κι εσύ όντας αγριελιά μπολιάστηκες μεταξύ τους και έγινες συμμέτοχος της ρίζας και του πάχους της ελιάς, 18 μην καυχιέσαι κατά των κλαδιών. Αν όμως καυχιέσαι εναντίον τους, σκέψου ότι εσύ δε βαστάζεις τη ρίζα, αλλά η ρίζα εσένα. 19 Θα πεις λοιπόν: «Αποκόπηκαν μερικά κλαδιά, για να μπολιαστώ εγώ». 20 Καλώς. Εξαιτίας της απιστίας αποκόπηκαν, κι εσύ έχεις σταθεί εξαιτίας της πίστης. Μην υψηλοφρονείς, αλλά να φοβάσαι. 21 Γιατί αν ο Θεός δε λυπήθηκε τα φυσικά κλαδιά, μήπως ούτε εσένα λυπηθεί. 22 Δες, λοιπόν, τη χρηστότητα και την αυστηρότητα του Θεού: αφενός σ’ αυτούς που έπεσαν αυστηρότητα, αφετέρου σ’ εσένα χρηστότητα – αν επιμένεις στη χρηστότητα, αλλιώς κι εσύ θα κοπείς εντελώς. 23 Αλλά κι εκείνοι, αν δεν επιμένουν στην απιστία, θα μπολιαστούν. γιατί δυνατός είναι ο Θεός πάλι να τους μπολιάσει. 24 Γιατί, αν εσύ κόπηκες εντελώς από τη φυσική αγριελιά και μπολιάστηκες αντίθετα προς τη φύση σε ήμερη ελιά, πόσο μάλλον αυτοί που είναι σύμφωνα με τη φύση θα μπολιαστούν στη δική τους ελιά. |
Η αποκατάσταση του λαού Ισραήλ | |
25 Οὐ γὰρ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, τὸ μυστήριον τοῦτο, ἵνα μὴ ἦτε παρ᾿ ἑαυτοῖς φρόνιμοι, ὅτι πώρωσις ἀπὸ μέρους τῷ ᾿Ισραὴλ γέγονεν ἄχρις οὗ τὸ πλήρωμα τῶν ἐθνῶν εἰσέλθῃ, 26 καὶ οὕτω πᾶς ᾿Ισραὴλ σωθήσεται, καθὼς γέγραπται· ἥξει ἐκ Σιὼν ὁ ρυόμενος καὶ ἀποστρέψει ἀσεβείας ἀπὸ ᾿Ιακώβ· 27 καὶ αὕτη αὐτοῖς ἡ παρ᾿ ἐμοῦ διαθήκη, ὅταν ἀφέλωμαι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν. 28 κατὰ μὲν τὸ εὐαγγέλιον ἐχθροὶ δι᾿ ὑμᾶς, κατὰ δὲ τὴν ἐκλογὴν ἀγαπητοὶ διὰ τοὺς πατέρας· 29 ἀμεταμέλητα γὰρ τὰ χαρίσματα καὶ ἡ κλῆσις τοῦ Θεοῦ. 30 ὥσπερ γὰρ καὶ ὑμεῖς ποτε ἠπειθήσατε τῷ Θεῷ, νῦν δὲ ἠλεήθητε τῇ τούτων ἀπειθείᾳ, 31 οὕτω καὶ οὗτοι νῦν ἠπείθησαν, τῷ ὑμετέρῳ ἐλέει ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐλεηθῶσι· 32 συνέκλεισε γὰρ ὁ Θεὸς τοὺς πάντας εἰς ἀπείθειαν, ἵνα τοὺς πάντας ἐλεήσῃ. 33 ῏Ω βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ γνώσεως Θεοῦ! ὡς ἀνεξερεύνητα τὰ κρίματα αὐτοῦ καὶ ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοὶ αὐτοῦ! 34 τίς γὰρ ἔγνω νοῦν Κυρίου; ἢ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο; 35 ἢ τίς προέδωκεν αὐτῷ, καὶ ἀνταποδοθήσεται αὐτῷ; 36 ὅτι ἐξ αὐτοῦ καὶ δι᾿ αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν τὰ πάντα. αὐτῷ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας· ἀμήν. | 25 Γιατί δε θέλω εσείς να αγνοείτε, αδελφοί, αυτό το μυστήριο, για να μη θεωρείτε τους εαυτούς σας φρόνιμους, ότι δηλαδή έχει γίνει πώρωση μερικώς στο λαό Ισραήλ, μέχρις ότου εισέλθει η πληρότητα των εθνικών. 26 Και έτσι όλος ο λαός Ισραήλ θα σωθεί καθώς είναι γραμμένο: Θα έρθει από τη Σιών ο Σωτήρας, θα απομακρύνει τις ασέβειες από τον Ιακώβ. 27 Και αυτή είναι η διαθήκη από μέρους μου μ’ αυτούς, όταν αφαιρέσω τις αμαρτίες τους. 28 Βέβαια, όσον αφορά το ευαγγέλιο είναι εχθροί για χάρη σας, αλλά όσον αφορά την εκλογή τους είναι αγαπητοί για τους πατέρες τους. 29 Γιατί είναι αμεταμέλητα τα χαρίσματα και η κλήση του Θεού. 30 Γιατί, όπως ακριβώς εσείς κάποτε απειθήσατε στο Θεό, τώρα όμως ελεηθήκατε με την απείθεια τούτων, 31 έτσι και αυτοί τώρα απείθησαν στο έλεος που έγινε σ’ εσάς, ώστε κι αυτοί τώρα να ελεηθούν. 32 Γιατί ο Θεός συνέκλεισε όλους σε απείθεια, για να τους ελεήσει όλους. 33 Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσης Θεού! Πόσο ανεξερεύνητες είναι οι κρίσεις του και ανεξιχνίαστες οι οδοί του! 34 Γιατί ποιος γνώρισε το νου του Κυρίου; Ή ποιος έγινε σύμβουλός του; 35 Ή ποιος του έδωσε από πριν, για να του ανταποδοθεί; 36 Γιατί από αυτόν και μέσω αυτού και σε αυτόν είναι τα πάντα. Σε αυτόν η δόξα στους αιώνες. Αμήν. |