ΨΑΛΜΟΙ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 151 (ΡΝΑ) - Point of view

Εν τάχει

ΨΑΛΜΟΙ - ΚΕΦΑΛΑΙΟ 151 (ΡΝΑ)


 
Μετάφραση τῶν ἙβδομήκονταΕρμηνευτική απόδοση Ιωάννη Θ. ΚολιτσάραΕρμηνευτική απόδοση Παναγιώτη Ν. Τρεμπέλα
Οὗτος ὁ ψαλμὸς ἰδιόγραφος εἰς Δαυΐδ καὶ ἔξωθεν τοῦ ἀριθμοῦ· ὅτε ἐμονομάχησε τῷ Γολιάθ.
1 ΜΙΚΡΟΣ ἤμην ἐν τοῖς ἀδελφοῖς μου καὶ νεώτερος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ πατρός μου· ἐποίμαινον τὰ πρόβατα τοῦ πατρός μου.1 Μικρός και άσημος ήμην μεταξύ των αδελφών μου. Νεώτερος κατά την ηλικίαν εις την οικίαν του πατρός μου. Δι' αυτό και έβοσκα τα πρόβατα του πατρός μου.1 Οὗτος ὁ ψαλμὸς ἰδιόγραφος εἰς Δαυὶδ καὶ ἔξωθεν τοῦ ἀριθμου· ὅτε ἐμονομάχησε τῷ Γολιάθ.
2 αἱ χεῖρές μου ἐποίησαν ὄργανον, καὶ οἱ δάκτυλοί μου ἥρμοσαν ψαλτήριον.2 Τα χέρια μου κατεσκεύασαν μουσικόν όργανον και τα δάκτυλά μου συνηρμολόγησαν ψαλτήριον, δια να ανυμνολογώ τον Κυριον.2 Ήμην μικρὸς καὶ ἄσημος μεταξὺ τῶν ἀδελφῶν μου καὶ ἤμην ὁ νεώτερος κατὰ τὴν ἡλικίαν εἰς τὴν οἰκίαν τοῦ πατρός μου, δι' αὐτὸ δὲ καὶ ἔβοσκον εἰς τὰ ὅρη τὰ πρόβατα τοῦ πατρός μου.
3 καὶ τίς ἀναγγελεῖ τῷ Κυρίῳ μου; αὐτὸς Κύριος, αὐτὸς εἰσακούσει.3 Ποίος είναι ικανός και άξιος να ανυμνολογήση τον Κυριον; Αυτός όμως ο ίδιος ο Κυριος, αποβλέπων εις την αγαθήν διάθεσιν της καρδίας μου, θα κάμη ευμενώς δεκτόν τον ύμνον, που θα του ψάλω.3 Αἱ χεῖρες μου ἐποίησαν ὄργανον καὶ οἱ δάκτυλοί μου συνήρμοσαν ψαλτήριον, διὰ νὰ μέλπω ὕμνους πρὸς τὸν Κύριον.
4 αὐτὸς ἐξαπέστειλε τὸν ἄγγελον αὐτοῦ καὶ ἦρέ με ἐκ τῶν προβάτων τοῦ πατρός μου καὶ ἔχρισέ με ἐν τῷ ἐλαίῳ τῆς χρίσεως αὑτοῦ.4 Αυτός έστειλε τον άγγελόν του και με επήρε έξαφνα από τα πρόβατα του πατρός μου και με έχρισε με το έλαιον, με το οποίον χρίονται οι βασιλείς.4 Ἀλλὰ καὶ ποῖος εἶναι ἱκανὸς νὰ ἐξαγγείλῃ τὰ θαυμάσια τοῦ Κυρίου μου διὰ γλώσσης, ἀναμέλπων συγχρόνως καὶ διὰ μουσικῶν ὀργάνων ὕμνους πρὸς δόξαν αὐτοῦ; Αὐτὸς ὅμως εἶναι Κύριος καὶ ὡς γνωρίζων τι τὰ βάθη τῆς καρδίας μου ποθοῦν νὰ εἴπουν, ἤκουσε ταῦτα, ἔστω καὶ ἂν τὸ στόμα ἦτο ἀδύνατον νὰ τὰ ἐξαγγείλῃ.
5 οἱ ἀδελφοί μου καλοὶ καὶ μεγάλοι, καὶ οὐκ εὐδόκησεν ἐν αὐτοῖς ὁ Κύριος.5 Οι αδελφοί μου ήσαν ωραίοι και εύσωμοι, αλλά δεν ευηρεστήθη εις αυτούς ο Κυριος.5 Αὐτὸς ἐξαπέστειλε τὸν ἄγγελόν του καῖμε παρέλαβεν αἰφνιδίως ἀπὸ τὰ πρόβατα τοῦ πατρός μου καὶ μὲ ἔχρισε μὲ τὸ ἔλαιον, μὲ τὸ ὁποῖον χρίει τοὺς βασιλεῖς.
6 ἐξῆλθον εἰς συνάντησιν τῷ ἀλλοφύλῳ, καὶ ἐπικατηράσατό με ἐν τοῖς εἰδώλοις αὐτοῦ·6 Εξήλθον, δια να αντιμετωπίσω και μονομαχήσω με τον αλλόφυλον Γολιάθ, και εκείνος με κατηράσθη επικαλεσθείς εναντίον μου τα είδωλά του.6 Οἱ ἀδελφοί μου ἦσαν ὡραῖοι καὶ εὔσωμοι καὶ ὅμως ὁ Κύριος δὲν ἔδειξε τὴν εὐαρέσκειάν του εἰς αὐτούς.
7 ἐγὼ δέ, σπασάμενος τὴν παρ᾿ αὐτοῦ μάχαιραν, ἀπεκεφάλισα αὐτὸν καὶ ἦρα ὄνειδος ἐξ υἱῶν ᾿Ισραήλ.7 Εγώ όμως ανέσπασα την ιδικήν του μάχαιραν και τον απεκεφάλισα. Απεμάκρυνα δε έτσι και εξήλειψα την εντροπήν του ισραηλιτικού λαού.7 Ἐξῆλθον ὅπως ἀντιμετωπίσω τὸν ἀλλόφυλον Γολιὰθ καὶ ἐκεῖνος μὲ κατηράσθη ἐπικαλεσθεὶς τὰ εἴδωλά του.

 





 Πρωτότυπο Κείμενο

   Ούτος ο ψαλμός ιδιόγραφος εις Δαυίδ και έξωθεν του αριθμου· ότε εμονομάχησε τω Γολιάθ.

  1  Μικρός ήμην εν τοις αδελφοίς μου και νεώτερος εν τω οίκω του πατρός μου· εποίμαινον τα πρόβατα του πατρός μου.
2 Αι χείρές μου εποίησαν όργανον, και οι δάκτυλοί μου ήρμοσαν ψαλτήριον,
3 και τις αναγγελεί τω Κυρίω μου; Αυτός Κύριος, αυτός εισακούσει.
4 Αυτός εξαπέστειλε τον άγγελον αυτού και ήρέ με εκ των προβάτων του πατρός μου και έχρισέ με εν τω ελαίω της χρίσεως αυτού.
5 Οι αδελφοί μου καλοί και μεγάλοι, και ουκ ευδόκησεν εν αυτοίς Κύριος.
6 Εξήλθον εις συνάντησιν τω αλλοφύλω, και επικατηράσατό με εν τοις ειδώλοις αυτού·
7 εγώ δε σπασάμενος την παρ' αυτού μάχαιραν, απεκεφάλισα αυτόν και ήρα όνειδος εξ υιών Ισραήλ.



  Ερμηνεία Ιωάννου Κολιτσάρα

 1 Μικρός και άσημος ήμην μεταξύ των αδελφών μου. Νεώτερος κατά την ηλικίαν εις την οικίαν του πατρός μου. Δι' αυτό και έβοσκα τα πρόβατα του πατρός μου.
2 Τα χέρια μου κατεσκεύασαν μουσικόν όργανον και τα δάκτυλά μου συνηρμολόγησαν ψαλτήριον, διά να ανυμνολογώ τον Κύριον.
3 Ποίος είναι ικανός και άξιος να ανυμνολογήση τον Κύριον; Αυτός όμως ο ίδιος ο Κύριος, αποβλέπων εις την αγαθήν διάθεσιν της καρδίας μου, θα κάμη ευμενώς δεκτόν τον ύμνον, που θα του ψάλω.
4 Αυτός έστειλε τον άγγελόν του και με επήρε έξαφνα από τα πρόβατα του πατρός μου και με έχρισε με το έλαιον, με το οποίον χρίονται οι βασιλείς.
5 Οι αδελφοί μου ήσαν ωραίοι και εύσωμοι, αλλά δεν ευηρεστήθη εις αυτούς ο Κύριος.
6 Εξήλθον, διά να αντιμετωπίσω και μονομαχήσω με τον αλλόφυλον Γολιάθ, και εκείνος με κατηράσθη επικαλεσθείς εναντίον μου τα είδωλά του.
7 Εγώ όμως ανέσπασα την ιδικήν του μάχαιραν και τον απεκεφάλισα. Απεμάκρυνα δε έτσι και εξήλειψα την εντροπήν του ισραηλιτικού λαού.


  Ερμηνεία Παναγιώτη Τρεμπέλα

  1  Ήμην μικρός και άσημος μεταξύ των αδελφών μου και ήμην ο νεώτερος κατά την ηλικίαν εις την οικίαν του πατρός μου, δι' αυτό δε και έβοσκον εις τα όρη τα πρόβατα του πατρός μου.
2 Αι χείρες μου εποίησαν όργανον και οι δάκτυλοί μου συνήρμοσαν ψαλτήριον, διά να μέλπω ύμνους προς τον Κύριον.
3 Αλλά και ποίος είναι ικανός να εξαγγείλη τα θαυμάσια του Κυρίου μου διά γλώσσης, αναμέλπων συγχρόνως και διά μουσικών οργάνων ύμνους προς δόξαν αυτού; Αυτός όμως είναι Κύριος και ως γνωρίζων τι τα βάθη της καρδίας μου ποθούν να είπουν, ήκουσε ταύτα, έστω και αν το στόμα ήτο αδύνατον να τα εξαγγείλη.
4 Αυτός εξαπέστειλε τον άγγελόν του καίμε παρέλαβεν αιφνιδίως από τα πρόβατα του πατρός μου και με έχρισε με το έλαιον, με το οποίον χρίει τους βασιλείς.
5 Οι αδελφοί μου ήσαν ωραίοι και εύσωμοι και όμως ο Κύριος δεν έδειξε την ευαρέσκειάν του εις αυτούς.
6 Εξήλθον όπως αντιμετωπίσω τον αλλόφυλον Γολιάθ και εκείνος με κατηράσθη επικαλεσθείς τα είδωλά του.
7 Εγώ όμως, αφού ανέσυρα την ιδικήν του μάχαιραν, τον απεκεφάλισα και απεμάκρυνα το όνειδος από τους υιούς του Ισραήλ. [full_width]

Pages