Μη μένεις μόνος - Point of view

Εν τάχει

Μη μένεις μόνος



 Ο άνθρωπος ζει μέσα στα προβλήματα, φανερά ή κρυφά στους άλλους, μικρές και μεγάλες στεναχώριες. Θέλει κάποιον να τα μοιραστεί, όχι τόσο να συμβουλευτεί. Το μοίρασμα, η αναφορά τους, ξεκουράζει την ψυχή. Νιώθεις πως δεν είσαι μόνος, έχεις Κυρηναίο*, ο οποίος είναι έτοιμος να ακούσει, να παρηγορήσει και να ενισχύσει(που σύμφωνα με το Ευαγγέλιο βάσταξε τον σταυρό του Ιησού στον δρόμο προς τον Γολγοθά). Όμως, αυτόν τον «άνθρωπον ουκ έχω» είναι τραγική διαπίστωση.

 Είναι προνομιούχοι όσοι έχουν ένα πρόσωπο, είτε ως φίλο, είτε ως σύντροφο, είτε ως αδελφό, είτε ως γονιό, είτε ως πνευματικό πατέρα, που να μπορούν να πουν τη δυσκολία τους, το αδιέξοδό τους, τον πόνο τους. Γιατί δεν φορτώνονται όλο το βάρος. Κι έτσι μπορούν να βαδίσουν το δρόμο της ζωής πιο άνετα, πιο ανάλαφρα.

 Όμως υπάρχουν κι αυτοί που δεν έχουν ένα πρόσωπο, ένα συνοδοιπόρο. Η σημασία του φαίνεται στις οριακές καταστάσεις της ζωής, όπως και ο πόνος για την απουσία του πιο δυνατός. Ενδεχομένως να μην είναι άμοιρος ευθυνών γι’ αυτή την απουσία, αλλά δεν είναι η ώρα που θα πούμε ποιος φταίει, αλλά η ώρα της συμπαράστασης, της κατανόησης.

 Είναι «αποδεδειγμένο» πως δεν υπάρχει μόνο ό,τι γνωρίζουμε με τις αισθήσεις μας. Φαίνεται, μέσα από τις εμπειρίες πολλών, ότι ένας άλλος κόσμος υπάρχει, που υπερβαίνει τις αισθήσεις. Είναι ο κόσμος ο νοερός(της νόησης) των ασωμάτων, των πνευμάτων. Σ’ αυτόν ανήκει ο Θεός, η Παναγία, οι άγγελοι, οι άγιοι, κι όσοι έφυγαν απ’ αυτόν τον κόσμο.

 Ευρισκόμενος σ’ ένα κοιμητήριο, αφουγκράζεσαι τη σιωπή των κεκοιμημένων(ο καθένας μας γνωρίζει κάποιον με τον οποίον είχε ιδιαίτερη σχέση μαζί του, ζώντα ή κεκοιμημένο σιμά του ή απόντα). Υπάρχουν απ’ αυτούς κάποιοι που μεταβήκαν «από το θάνατο στη ζωή» τελειοποιούμενοι με το μαρτύριο της ασθένειας ή και του ωδυνηρού τρόπου τού θανάτου τους. Δεν μεταφέρουν πια το βάρος του παλαιού εαυτού τους. Ελεύθεροι απ’ ό,τι τους «κρατούσε στη γη» – με την πνευματική έννοια – βλέπουν πρόσωπο Θεού κι έτσι μπορούν να παρακαλέσουν να μεσιτεύσουν και να μεταφέρουν τα αιτήματα των αγαπημένων τους.  Δεν μπορεί π.χ. να προσευχηθεί στο Θεό μια μάνα για το παιδί της που περνά τη δυσκολία του; Ποιος μπορεί να ισχυριστεί ότι το εγκατέλειψε εγκαταλείποντας τον αισθητό κόσμο; Όπως και συμβαίνει με όλους τους κεκοιμημένους που, ένεκα του τρόπου θανάτου τους ή της δοκιμασίας που πέρασαν και τους καθάρισε, μπορούν να μεσιτεύουν για όσους τους παρακαλούν να το κάμουν.

 Οι άγιοι(ειδικά ο προστάτης άγιός σου), που ζήσαν για το Θεό, πιο πολύ μπορούν να μεσιτεύσουν για μας, ως αδελφοί μας, και να συμπορευτούν στις θλίψεις μας. Γι’ αυτό παρακαλώντας τους με ταπείνωση να το κάμουν, θα αισθανθούμε πως δεν είμαστε μόνοι.

 Έτσι, αν έχουμε άνθρωπο, ας χαρούμε. Αν δεν έχουμε, ας βρούμε κάποιο δικό μας που αισθανόμαστε ότι, περνώντας στη χώρα των ζώντων, βλέπει πρόσωπο Θεού. Κι αν δεν το καταλαβαίνουμε αυτό, ας βρούμε τον «άγιο μας» που θα παρακαλεί για μας, αφού «απλά και ταπεινά» θα του εκθέσουμε τον πειρασμό μας, τη δυσκολία, τα βάσανά μας και «εξ άπαντος θέλει παρηγορήσει και ανακουφήσει ημάς» ως άλλος Κυρηναίος**.


 *Μέχρι τον δεύτερο αιώνα κυκλοφόρησαν διάφορες προτάσεις ότι κάποιος άλλος εκτός από τον Ιησού σταυρώθηκε στον Γολγοθά. Σύμφωνα με τον Ειρηναίο, ο γνωστικός Βασιλίδης υποστήριξε ότι ο Ιησούς δεν υπέφερε. «Μάλλον κάποιος Σίμων από την Κυρήνη αναγκάστηκε να σηκώσει τον σταυρό του για χάρη του… και από άγνοια και πλάνη ήταν αυτός που σταυρώθηκε». Αν αυτή η άποψη κυκλοφορούσε τον πρώτο αιώνα, μπορεί να ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους ο Ιωάννης αγνόησε την παράδοση του Σίμωνα [της Κυρήνης] και επέμεινε ότι ο Ιησούς κουβαλούσε μόνος του τον σταυρό.

–Mainstream NT scholar, Raymond Brown, στο The Death of the Messiah , σελ. 1093
 
**Ο Σίμωνας αναγκάστηκε από τους Ρωμαίους στρατιώτες να κουβαλήσει τον σταυρό του Ιησού γι' αυτόν. Αυτό είναι πιθανό να οφείλεται στο ότι εάν ένας εγκληματίας πέθαινε πριν λάβει την οφειλόμενη τιμωρία, οι υπεύθυνοι στρατιώτες μπορεί να υποστούν τιμωρία που δεν κατάφεραν να εκτελέσουν την αποστολή τους. Ο Ιησούς έχει μαστιγωθεί - πιθανότατα βάναυσα και αποτρόπαια. Οι Ρωμαίοι στρατιώτες δεν θέλουν να πεθάνει ο Ιησούς πριν φτάσει στον τόπο της εκτέλεσης και έτσι αναγκάζουν τον Σίμωνα να του μεταφέρει τον σταυρό του Ιησού.



 Τα Ευαγγέλια αναφέρουν μόνο μερικές λεπτομέρειες για αυτόν τον μυστηριώδη άνθρωπο.

 Ο Σίμων ο Κυρηναίος αναφέρεται ονομαστικά σε τρεις μόνο περικοπές της Γραφής: Ματθαίος 27:32 , Μάρκος 15:21 και Λουκάς 23:26 ).

 Στον Ματθαίο, διαβάζουμε,

 «βρήκαν έναν Κυρηναίο, Σίμωνα με το όνομα. Υποχρέωσαν αυτόν τον άνθρωπο να φέρει τον σταυρό».

 Το Ευαγγέλιο του Μάρκου αναφέρει,

 «ανάγκασαν έναν περαστικό, τον Σίμωνα τον Κυρηναίο, που ερχόταν από τη χώρα, τον πατέρα του Αλεξάνδρου και του Ρούφου, να φέρει τον σταυρό Του».

 Ο Λουκάς λέει:

 «Και καθώς τον οδήγησαν, έπιασαν έναν Σίμωνα τον Κυρηναίο, που ερχόταν από την ύπαιθρο, και έβαλαν πάνω του το σταυρό για να τον φέρει πίσω από τον Ιησού».

 Η χριστιανική παράδοση υποστηρίζει ότι ο Σίμον, στην αρχή ήταν απρόθυμος, αλλάζει στάση όμως κάτω από αυτό το βλέμμα του Ιησού και από αρνητής, αυτοβούλως γίνεται ένθερμος εθελοντής.

 Κάποια οραματίστρια του 19ου αιώνα μίλησε για τη μεταμορφωτική δύναμη της συνάντησης με το βλέμμα του Χριστού. Στα οράματά της για το πάθος του Χριστού, η Wanda Malczewska είδε τον Simon να επιστρέφει στην πόλη αφού είχε έρθει στην πόλη αναζητώντας ένα οικόπεδο προς ενοικίαση. Αναγκασμένος απρόθυμα να μεταφέρει το σταυρό του Χριστού, το βλέμμα του στο πρόσωπο του Χριστού τον άλλαξε.

 Στα γραπτά της αναφέρει:

 «Ο Χριστός τον κοίταξε και ο Σίμων κατάλαβε αυτό το βλέμμα - κατάλαβε αμέσως το μυστήριο του σταυρού και ερωτεύτηκε τον Κύριο Ιησού. … Τον άκουσα να λέει στον Κύριο Ιησού: «Συγχώρεσέ με, Κύριε, που δεν έσπευσα… με την πρώτη απαίτηση των Ιουδαίων, γιατί δεν σε γνώρισα. [Αλλά βλέποντάς σε να υποφέρεις] έχω καταλήξει στην πεποίθηση ότι είσαι ο Θεός κρυμμένος στην ανθρώπινη σάρκα. Το βλέμμα σου επιβεβαίωσε τις πεποιθήσεις μου, διαπερνώντας με ως τα βάθη της ύπαρξής μου. Μου φάνηκε ότι δεν μπορούσα να σηκώσω τον σταυρό σου, που μου έβαλαν, αλλά τώρα [τον] κουβαλάω εύκολα, γιατί εσύ, Κύριε, με συνοδεύεις. Μη με αφήσεις. …”

  Στην αυλή του αρχιερέα, ένας άλλος Πέτρος ήθελε οι άνθρωποι να τον θεωρήσουν απλώς έναν άλλο θεατή, κάποιον που απλώς έτυχε να σταματήσει δίπλα στη ζεστή φωτιά μια κρύα νύχτα. Και καλά δεν γωρίζει τίποτα - τίποτα. Αλλά ένας κόκορας λαλούσε, ο Ιησούς τον κοίταξε (Λουκάς 22:60-61) και το πέπλο του επίδοξου περαστικού σκίστηκε.

 Ο περαστικός που έρχεται αντιμέτωπος με αυτό το βλέμμα πρέπει να αποφασίσει: Φύγε ή πάρε θέση. Ο Πέτρος τράπηκε σε φυγή. Ο Σίμων πήρε θέση. Το βλέμμα δεν αφήνει κανένα ουδέτερο.


Pages